Οι παιδικές μου αναμνήσεις μυρίζουν τηγανιτό αβγό και χλωρίνη. Στην κουζίνα υπήρχε πάντα η μυρωδιά του φαγητού ανακατεμένη με την έντονη μυρωδιά της απολύμανσης. Θυμάμαι τη μητέρα μου να τρίβει ασταμάτητα επιφάνειες, να αλλάζει σφουγγάρια συνέχεια και να μας υπενθυμίζει συνεχώς να πλένουμε τα χέρια μας. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: ο κόσμος είναι γεμάτος κινδύνους, κι αν θέλουμε να είμαστε ασφαλείς, πρέπει να είμαστε συνεχώς σε εγρήγορση.
Μεγαλώνοντας μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δεν είχα την αίσθηση ότι κάτι είναι υπερβολικό. Οι φοβίες δεν παρουσιάζονταν ως παράλογες αλλά ήταν ενσωματωμένες στην καθημερινότητα. Όταν ακούς ξανά και ξανά ότι οι επιφάνειες είναι βρώμικες, ότι τα μικρόβια καραδοκούν, ότι μπορείς να αρρωστήσεις από το παραμικρό, το εσωτερικεύεις. Μαθαίνεις να εμπιστεύεσαι περισσότερο τον φόβο παρά την εμπειρία σου.
Αυτό ακριβώς είναι και ένα από τα πιο ύπουλα χαρακτηριστικά της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ). Δεν έρχεται πάντα με έναν ξεκάθαρο τρόπο που σε κάνει να καταλαβαίνεις ότι κάτι «δεν πάει καλά». Στο διαδίκτυο αναφέρεται συχνά ότι οι ιδεοληψίες βιώνονται ως παράλογες και ξένες, ότι το άτομο συνήθως καταλαβαίνει πως δεν βγάζουν νόημα. Αυτό πράγματι συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις και είναι μια κλασική εικόνα που συναντά κανείς.
Όμως η δική μου εμπειρία, όπως και πολλών άλλων ανθρώπων, δείχνει ότι δεν είναι πάντα έτσι. Υπάρχουν και ιδεοληψίες που δεν μοιάζουν παράλογες. Αντίθετα, ταιριάζουν με τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο. Δεν τις βλέπεις σαν «σκέψεις που σου επιτίθενται», αλλά σαν μέρος της δικής σου λογικής. Όταν έχεις μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον που ενισχύει τους φόβους σου, αυτές οι ιδέες βρίσκουν έδαφος να παρουσιαστούν ως «φυσιολογικές ανησυχίες». Δεν αισθάνεσαι ότι σε κατακλύζει κάτι παράλογο ή υπερβολικό, αλλά ότι ακολουθείς έναν κανόνα που σε προστατεύει.
Αυτό έχει σοβαρή επίπτωση στη θεραπεία. Στις ιδεοληψίες που αναγνωρίζονται ως παράλογες, το άτομο βασανίζεται από τις σκέψεις του και συνήθως ζητά βοήθεια επειδή δεν αντέχει άλλο. Υπάρχει μια εσωτερική μάχη, μια αίσθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά» με το μυαλό, και αυτή η αναγνώριση γίνεται συχνά αφετηρία για αλλαγή. Όταν όμως οι ιδεοληψίες μοιάζουν απόλυτα λογικές, η δυσκολία βρίσκεται αλλού: δεν αναγνωρίζεις εύκολα ότι αυτό που ζεις είναι υπερβολή. Δεν θεωρείς ότι πρόκειται για σύμπτωμα αλλά αντίθετα, μπορεί να πιστεύεις ότι οι άλλοι είναι απρόσεκτοι, ότι εσύ είσαι ο μόνος που βλέπει την πραγματική απειλή.
Για πολλά χρόνια έβλεπα τη συμπεριφορά μου ως κάτι φυσιολογικό. Έπλενα τα χέρια μου ξανά και ξανά, καθάριζα το σπίτι ώρες ατελείωτες, απέφευγα να αγγίξω αντικείμενα που θεωρούσα «μολυσμένα». Δεν είχα την αίσθηση ότι με κυριεύει μια διαταραχή. Ένιωθα ότι είμαι απλώς πιο προσεκτικός από τους άλλους. Η αλήθεια είναι ότι η ΙΨΔ μπόρεσε να κρυφτεί πίσω από αυτήν τη φαινομενική λογικότητα.
Όταν ξεκίνησα θεραπεία, η αντίσταση ήταν μεγάλη. Δεν ήθελα να πιστέψω ότι όλα όσα έκανα ήταν αποτέλεσμα μιας ψυχικής διαταραχής. Η ιδέα ότι θα σταματούσα να καθαρίζω με τον τρόπο που είχα μάθει μού φαινόταν αδιανόητη. «Κι αν όντως μολυνθώ;», «κι αν οι άλλοι κάνουν λάθος και εγώ έχω δίκιο;». Αυτές οι σκέψεις δεν έμοιαζαν παράλογες, αλλά έμοιαζαν με λογικά επιχειρήματα. Και αυτή η πεποίθηση με έκανε να αμφισβητώ όχι μόνο τη θεραπεία, αλλά και την θεραπεύτριά μου.
Η αντίσταση στη θεραπεία είναι συχνό φαινόμενο σε περιπτώσεις όπου κυριαρχούν ιδέες που δεν φαίνονται υπερβολικές. Δεν είναι απλώς ότι φοβάσαι να εκτεθείς στις αγχωτικές καταστάσεις, αλλά ότι δεν βλέπεις τον λόγο να το κάνεις. Αν βαθιά μέσα σου πιστεύεις ότι οι σκέψεις σου αντανακλούν την πραγματικότητα, τότε γιατί να τις αμφισβητήσεις; Είναι σαν να σου ζητούν να αγνοήσεις την ίδια σου τη λογική.
Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αποδεχτώ ότι η αλήθεια δεν ήταν αυτή που νόμιζα. Ότι οι κανόνες που ακολουθούσα δεν με προστάτευαν πραγματικά, αλλά με παγίδευαν. Ότι ο κόσμος δεν είναι τόσο επικίνδυνος όσο με έμαθαν να πιστεύω. Η θεραπεία δεν ήταν εύκολη. Κάθε βήμα προς την αλλαγή έμοιαζε με προδοσία προς τον ίδιο μου τον εαυτό. Αλλά σιγά σιγά κατάλαβα ότι το πραγματικό θάρρος δεν είναι να συνεχίζεις τις τελετουργίες σου, αλλά να σταματάς να τους δίνεις δύναμη.
Σήμερα ξέρω ότι η ΙΨΔ δεν έχει μόνο μία όψη. Οι ιδεοληψίες δεν είναι πάντα «παράλογες» στα μάτια αυτού που τις ζει αλλά κάποιες φορές μοιάζουν απολύτως λογικές. Και αυτές είναι οι πιο δύσκολες, γιατί αναγνωρίζονται πιο αργά και δημιουργούν μεγαλύτερη αντίσταση στη θεραπεία.
Το πιο σημαντικό που έμαθα είναι ότι, ακόμη κι αν στην αρχή δεν πιστεύεις ότι χρειάζεσαι βοήθεια, η θεραπεία μπορεί να σε βοηθήσει να δεις τον κόσμο διαφορετικά. Να καταλάβεις ότι η υπερβολή δεν είναι αλήθεια, αλλά σύμπτωμα. Και ότι υπάρχει ζωή πέρα από τον φόβο, ακόμη κι αν για χρόνια έμοιαζε να είναι το μόνο πράγμα που σε κρατούσε ασφαλή.
Επιστημονικό σχόλιο
Γράφει η Γκόλφω Λιαμάκη
Η παραπάνω εμπειρία αναδεικνύει μια λιγότερο γνωστή πλευρά της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής: ότι οι ιδεοληψίες δεν βιώνονται πάντα ως παράλογες, αλλά μπορεί να φαίνονται απολύτως λογικές. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διάγνωση καθυστερεί και η θεραπεία συναντά μεγαλύτερη αντίσταση.
Στη βιβλιογραφία, η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ) συχνά περιγράφεται ως μια κατάσταση όπου οι ιδεοληψίες βιώνονται ως παράλογες και ξένες προς το άτομο. Αυτό πράγματι ισχύει σε πολλές περιπτώσεις, αλλά δεν καλύπτει όλο το φάσμα της διαταραχής. Υπάρχουν και ιδεοληψίες που βιώνονται ως λογικές και απόλυτα ταιριαστές με τον τρόπο που το άτομο αντιλαμβάνεται τον κόσμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ΙΨΔ «κρύβεται» πίσω από τη φαινομενική κανονικότητα, με αποτέλεσμα η διάγνωση να καθυστερεί και η ίδια η διαταραχή να παγιώνεται.
Όταν οι σκέψεις και οι συμπεριφορές δεν φαίνονται υπερβολικές στο ίδιο το άτομο, η αναγνώριση του προβλήματος είναι πολύ πιο δύσκολη. Αυτό συχνά οδηγεί σε αντίσταση στη θεραπεία: το άτομο μπορεί να αμφισβητεί τον θεραπευτή, να θεωρεί ότι οι δικοί του φόβοι είναι δικαιολογημένοι ή να δυσκολεύεται να μπει στη διαδικασία της αλλαγής. Η θεραπεία τότε δεν ξεκινά από την «προφανή υπερβολή», αλλά από τη σταδιακή κατανόηση ότι αυτό που μοιάζει φυσιολογικό είναι στην πραγματικότητα σύμπτωμα.
Η ψυχοθεραπεία και ιδιαίτερα οι επιστημονικά τεκμηριωμένες μέθοδοι, όπως η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία με Έκθεση και Παρεμπόδιση Αντίδρασης (ΕμΠΑ), μπορεί να βοηθήσει το άτομο να αναγνωρίσει την υπερβολή, να μάθει να αμφισβητεί τον φόβο και να δοκιμάζει νέους τρόπους αντιμετώπισης χωρίς τις καταναγκαστικές συμπεριφορές. Παρότι η πορεία αυτή μπορεί να είναι πιο αργή και απαιτητική, τα αποτελέσματα είναι βαθιά απελευθερωτικά: το άτομο μαθαίνει να ξεχωρίζει την πραγματικότητα από τη διαστρεβλωμένη εικόνα που του υπαγορεύει η διαταραχή και να ξανακερδίζει χώρο για μια πιο ελεύθερη και πιο ποιοτική ζωή.
Με την κατάλληλη θεραπεία, η ΙΨΔ δεν χρειάζεται να καθορίζει τη ζωή. Μπορεί να αντιμετωπιστεί και να αφήσει χώρο για όσα πραγματικά έχουν αξία.
Όταν η υπερβολή μοιάζει λογική στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή