Ιδεοληψίες Πρόκλησης Βλάβης στην Εγκυμοσύνη και Μητρότητα: Μια μαρτυρία και επιστημονική αποτύπωση της περιγεννητικής ΙΨΔ
Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή με έπιασε στον ύπνο – και μεταφορικά, και κυριολεκτικά.
Ήμουν 24 χρονών, έγκυος στο πρώτο μου παιδί, στον πέμπτο μήνα. Πετούσα από χαρά. Ανυπομονούσα να γίνω μητέρα και κάθε βράδυ ονειρευόμουν το μωρό μου. Ήταν μια περίοδος ευτυχίας, γεμάτη όνειρα και προσμονή. Ώσπου ένα βράδυ, ξύπνησα – όπως συνέβαινε συχνά τότε – και λίγο πριν ξανακοιμηθώ, μια σκοτεινή, αστραπιαία σκέψη πέρασε απ’ το μυαλό μου:
«Κι αν βλάψω το μωρό μου; Κι αν όλα καταστραφούν;»
Ήταν σαν ηλεκτροσόκ. Πάγωσα. Ένιωσα ότι κάτι ανείπωτο με είχε αγγίξει. Δεν ήξερα τι ήταν αυτό που σκέφτηκα. Δεν ήμουν εγώ. Και όμως, ήταν το δικό μου μυαλό που το είχε παράξει. Από εκείνη τη στιγμή, το μυαλό μου δεν ξαναγύρισε στην ησυχία.
Οι σκέψεις έγιναν καταιγίδα. Μέρες και νύχτες βασανιζόμουν από εικόνες και σενάρια για το πώς, άθελά μου ή ηθελημένα, θα μπορούσα να προκαλέσω κακό στο αγέννητο παιδί μου. Φοβόμουν τα χέρια μου, τα μαχαιροπίρουνα, το καυτό νερό, ακόμα και το περπάτημά μου – μην τυχόν και γλιστρήσω, μην τυχόν και πέσω πάνω στην κοιλιά μου επίτηδες. Έπαψα να εμπιστεύομαι τον ίδιο μου τον εαυτό.
Άρχισα να αποσύρομαι. Δεν μιλούσα. Δεν έτρωγα. Έχασα βάρος ενώ θα έπρεπε να παίρνω. Σκεφτόμουν ότι ίσως να ήταν καλύτερα να πεθάνω, παρά να διακινδυνεύσω τη ζωή του παιδιού μου.
Κανείς δεν ήξερε τι συμβαίνει. Ήταν 1978. Η ψυχική υγεία ήταν σχεδόν ταμπού. Οι δικοί μου με πήγαιναν σε παπάδες για να με «διαβάσουν», να φύγει το κακό πνεύμα. Κι εγώ ντρεπόμουν, σιωπούσα, υπέμενα.
Όταν τελικά γέννησα, περίμενα να ανακουφιστώ. Και όντως, οι σκέψεις για το μωρό υποχώρησαν σταδιακά. Όμως η ΙΨΔ δεν είχε τελειώσει. Είχε μόλις αρχίσει.
Οι σκέψεις άλλαξαν μορφή. Δεν περιορίζονταν πια μόνο στο δικό μου παιδί. Τώρα αφορούσαν οποιοδήποτε παιδί. Φοβόμουν ότι θα βλάψω ξένα παιδιά – στο πάρκο, στον δρόμο, σε κοινωνικές συναναστροφές. Έφτασα να αποφεύγω σπίτια φίλων που είχαν παιδιά. Δεν άντεχα ούτε τη σκέψη ότι θα βρεθώ δίπλα τους. Άρχισα να αποφεύγω ανθρώπους, μέρη, καταστάσεις, μέχρι που η ζωή μου έγινε ένας λαβύρινθος αποφυγής.
Κι ύστερα ήρθε ο μεγαλύτερος φόβος: «Κι αν τρελαθώ; Κι αν χάσω τον έλεγχο και κάνω κάτι τρομερό; Κι αν καταλήξω μόνη, σε κάποιο ψυχιατρείο;»
Αυτός ο φόβος με παρέλυσε. Ζούσα με τη βεβαιότητα ότι αργά ή γρήγορα θα χάσω τα λογικά μου και όλοι θα με εγκαταλείψουν. Πίστευα ότι είμαι επικίνδυνη. Ότι είμαι μόνη. Και κυρίως, πίστευα ότι δεν επιτρέπεται να το πω σε κανέναν.
Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι όλα αυτά είχαν μια ρίζα. Και η ρίζα αυτή ξεκινούσε πολύ πιο πίσω – όταν ήμουν μόλις πέντε χρονών.
Θυμάμαι καθαρά εκείνη τη μέρα. Έπαιζα στην αυλή με άλλα παιδιά και πέταξα μια πέτρα – όπως συχνά κάνουν τα παιδιά. Χτύπησα κατά λάθος ένα μικρό αγοράκι στο μάτι. Δεν το ήθελα. Δεν το περίμενα. Όταν οι γονείς του έφτασαν, με απείλησαν, με κατηγόρησαν. Με φώναζαν «επικίνδυνη». Έκλαιγα, έκρυβα το πρόσωπό μου. Για μέρες ήμουν κλειδωμένη στο σπίτι, μακριά απ’ όλους. Ένιωθα πως είχα κάνει κάτι τρομερό. Πως ήμουν κακιά. Κανείς δεν μου εξήγησε τότε τι σημαίνει λάθος, τι σημαίνει ατύχημα, τι σημαίνει συγχώρεση.
Αυτό το παιδί έμεινε μέσα μου – και κάθε φορά που μια σκέψη τρόμου ερχόταν, ήταν σαν να με έπιανε εκείνη η ίδια, παιδική φωνή:
«Θα το ξανακάνεις. Είσαι επικίνδυνη. Πρόσεξε.»
Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες μέχρι να μάθω το όνομα αυτού που με βασάνιζε: Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή.
Και μαζί με αυτό, να αρχίσει το δικό μου ταξίδι προς την κατανόηση, τη θεραπεία και – σιγά σιγά – την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στον εαυτό μου.
Επιστημονικό σχόλιο
Η μαρτυρία αυτή αναδεικνύει με ιδιαίτερη ευκρίνεια μια από τις λιγότερο αναγνωρισμένες εκφάνσεις της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ): τις ιδεοληψίες σχετιζόμενες με πρόκληση βλάβης, ειδικά στο πλαίσιο της εγκυμοσύνης και της μητρότητας. Οι σκέψεις αυτές δεν συνιστούν πραγματική πρόθεση ή επιθυμία για επιθετική πράξη. Αντιθέτως, βιώνονται ως ακούσιες, ανεπιθύμητες και αποκρουστικές, προκαλώντας έντονο άγχος και συναισθηματική δυσφορία, λόγω της ασυμφωνίας τους με τις προσωπικές αξίες και την ταυτότητα του ατόμου.
Σε αρκετές περιπτώσεις, η θεματική των ιδεοληψιών επεκτείνεται και σε άλλους πληθυσμούς (όπως ξένα παιδιά), οδηγώντας σε γενίκευση των φόβων και, κατ’ επέκταση, σε εκτεταμένες συμπεριφορές αποφυγής, οι οποίες περιορίζουν σημαντικά τη λειτουργικότητα του ατόμου. Παράλληλα, η εμφάνιση του φόβου απώλειας ελέγχου ή “τρέλας” αποτελεί συχνό σύμπτωμα, χωρίς ωστόσο να υποδηλώνει ψυχωσική διαταραχή, καθώς το άτομο διατηρεί την επίγνωση της παράλογης φύσης των σκέψεων του και επιχειρεί να τις καταπνίξει.
Στην παρούσα μαρτυρία διαφαίνεται και η πιθανή συνεισφορά πρώιμου ψυχικού τραύματος στη διαμόρφωση της ψυχοπαθολογίας: ένα παιδικό ατύχημα, που συνδέθηκε με υπερβολική ενοχή, απειλή και κοινωνική απομόνωση, μπορεί να ενισχύσει το αίσθημα υπερβολικής ευθύνης και υπέρμετρης ανάγκης για έλεγχο, τα οποία αποτελούν γνωστά χαρακτηριστικά της ΙΨΔ.
Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή είναι μια νευροψυχιατρική διαταραχή με ισχυρό βιολογικό υπόβαθρο, η οποία ανταποκρίνεται καλά στη Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία με Έκθεση και Παρεμπόδιση των Καταναγκασμών (ERP), καθώς και, σε αρκετές περιπτώσεις, στη φαρμακευτική αγωγή με SSRIs.
Η έγκαιρη διάγνωση, η αποστιγματοποίηση και η πρόσβαση σε εξειδικευμένη θεραπεία αποτελούν καθοριστικές παραμέτρους για την αποκατάσταση της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής των πασχόντων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και η μαρτυρία αναφέρεται σε εμπειρία εγκύου γυναίκας, η ΙΨΔ με ιδεοληψίες σχετιζόμενες με πρόκληση βλάβης μπορεί να εμφανιστεί και σε άνδρες, συμπεριλαμβανομένων νέων πατέρων.
Leave a Reply
Want to join the discussion?Feel free to contribute!