Γράφει η Γκόλφω Λιαμάκη

Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ) μπορεί να πάρει πολλές μορφές — κάποιες πιο αναγνωρίσιμες, όπως ο έλεγχος ή η καθαριότητα, και άλλες λιγότερο γνωστές, που συχνά παρανοούνται ή δεν αναγνωρίζονται έγκαιρα. Μία από αυτές είναι η ΙΨΔ επικεντρωμένη στις σωματικές λειτουργίες, γνωστή στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία και ως Sensorimotor OCD.

Τι είναι;

Σε αυτή τη μορφή ΙΨΔ, το άτομο παγιδεύεται στην επίμονη παρατήρηση λειτουργιών του σώματος που κανονικά είναι αυτόματες και περνούν απαρατήρητες. Η εστίαση αυτή δεν είναι περιστασιακή· γίνεται καθημερινός και βασανιστικός κύκλος που προκαλεί έντονη δυσφορία.

Συνήθεις εστίες υπερ-εστίασης:

  • Η αναπνοή

  • Η κατάποση

  • Οι χτύποι της καρδιάς

  • Το βλεφάρισμα ή η κίνηση των ματιών

  • Η θέση της γλώσσας ή άλλες εσωτερικές αισθήσεις

Το άτομο μπορεί να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να «ξεκολλήσει» το μυαλό του από τη λειτουργία που παρατηρεί, και βιώνει φόβο ότι αυτό θα διαρκέσει για πάντα.

Πώς βιώνεται αυτή η εμπειρία;

Άτομα με αυτή τη μορφή ΙΨΔ συχνά αναφέρουν:

  • Μόνιμη επίγνωση της λειτουργίας (π.χ. «νιώθω κάθε μου ανάσα»).

  • Φόβο απώλειας ελέγχου («αν συνεχίσω να την προσέχω, θα τρελαθώ»).

  • Απώλεια συγκέντρωσης σε άλλες δραστηριότητες.

  • Προσπάθειες να “ξεχάσουν” ή να “διορθώσουν” την αίσθηση.

Αυτές οι αντιδράσεις συνήθως οδηγούν σε έντονο άγχος, κόπωση και αίσθηση αδιεξόδου.

Τελετουργίες και αποφυγές

Οι τελετουργίες σε αυτόν τον υπότυπο της ΙΨΔ είναι συνήθως νοητικές ή συμπεριφορικές και περιλαμβάνουν:

  • Εσκεμμένες προσπάθειες απόσπασης της προσοχής.

  • Επανειλημμένοι έλεγχοι της λειτουργίας (π.χ. ρυθμός αναπνοής).

  • Αναζήτηση βεβαιότητας ότι «όλα είναι φυσιολογικά».

  • Αποφυγή καταστάσεων όπου η προσοχή στρέφεται στο σώμα (π.χ. ησυχία, γιόγκα, ύπνος).

Κίνδυνος λανθασμένης διάγνωσης

Η ΙΨΔ επικεντρωμένη στις σωματικές λειτουργίες είναι ένας υπότυπος που συχνά συγχέεται με:

  • Διαταραχές πανικού

  • Άγχος υγείας ή υποχονδρίαση

  • Σωματόμορφες διαταραχές

Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε καθυστέρηση διάγνωσης και σε εφαρμογή θεραπειών που δεν είναι αποτελεσματικές για την ΙΨΔ.

Θεραπεία

Η θεραπεία που έχει αποδειχθεί αποτελεσματική για την ΙΨΔ είναι η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (CBT) με χρήση Έκθεσης και Παρεμπόδισης της Αντίδρασης (ΕμΠΑ).

Στόχος της θεραπείας είναι:

  • Η σταδιακή έκθεση στην αίσθηση χωρίς προσπάθεια ελέγχου ή αποφυγής.

  • Η εξάλειψη των καταναγκασμών.

  • Η αύξηση της ανοχής στην αβεβαιότητα και τη δυσφορία.

Με τον χρόνο και τη σωστή καθοδήγηση, το άτομο μαθαίνει ότι δεν χρειάζεται να παλέψει με την αίσθηση για να βρει ανακούφιση – η ίδια η αποδοχή και η έκθεση οδηγούν στη σταδιακή αποδυνάμωση των συμπτωμάτων.

Η αναγνώριση αυτής της μορφής ΙΨΔ είναι το πρώτο βήμα για ουσιαστική βελτίωση. Όσοι ζουν με sensorimotor ΙΨΔ συχνά νιώθουν μόνοι. Ωστόσο, με την κατάλληλη εξειδικευμένη θεραπεία, η ανακούφιση είναι εφικτή.

Αν αναγνωρίζετε στοιχεία της συγκεκριμένης μορφής στον εαυτό σας ή σε κάποιον δικό σας, μην διστάσετε να αναζητήσετε βοήθεια από θεραπευτές με εμπειρία και εξειδίκευση στην ΙΨΔ.

Γράφει η Δήμητρα Σ.

Επιμελείται η Γκόλφω Λιαμάκη

Πάσχω από OCD τα τελευταία δέκα χρόνια. Η επίσημη διάγνωση, βέβαια, ήρθε μόλις πριν από τέσσερα. Είμαι 30 χρονών και κάνω ψυχοθεραπεία από τα 15 μου. Τα τελευταία δύο χρόνια ξεκίνησα ψυχοθεραπεία στοχευμένα μόνο για το OCD. Ξέροντας πλέον τα συμπτώματα του OCD, συνειδητοποιώ ότι πολλά από αυτά που θεωρούσα ανασφάλειες, κόμπλεξ, κατάθλιψη κ.τ.λ., εν τέλει ήταν OCD σε ένα πιο άγουρο στάδιο. Αλλά τότε, ενστικτωδώς, τα προσπερνούσα και δεν έδινα τόσο τροφή στους καταναγκασμούς και στις ιδεοληψίες μου — ή τουλάχιστον δεν περιοριζόταν η ζωή μου τόσο όσο αργότερα.

Το πιο παράδοξο με τη δική μου ιστορία είναι ότι συνειδητοποίησα πόσο πολύ με έχει αλλάξει το OCD. Είναι σαν να έχει χωριστεί η ζωή μου στα δύο: πριν εμφανιστούν οι καταναγκασμοί — νοεροί ή πρακτικοί — και μετά.  Μέχρι τα 20 ήμουν μια έφηβη που ζούσε έντονα, ριψοκίνδυνα. Έπαιρνα ρίσκα, ακόμα κι αν φοβόμουν. Είχα παραβατικές συμπεριφορές, ταξίδευα παρόλο το άγχος, πήγαινα σε μέρη επικίνδυνα, όπου υπήρχαν αντικειμενικοί λόγοι να φοβάσαι. Στα 18 ταξίδεψα στην Ινδία — μια χώρα δύσκολη, με σοβαρούς υγειονομικούς κινδύνους. Ήμουν για μεγάλο διάστημα με δηλητηρίαση, αλλά δεν πτοούμουν· δεν σκεφτόμουν καν ότι μπορεί να είναι απειλητικό για τη ζωή μου. Συνέχιζα το ταξίδι μου. Δεν ζητούσα διαρκώς την έγκριση των γονιών μου, ούτε κυνηγούσα τη διαρκή επιβεβαίωση. Φυσικά και τότε υπήρχαν προβλήματα, και η ψυχοθεραπεία με είχε ήδη βοηθήσει πολύ. Αλλά εδώ αναφέρομαι μόνο στο κομμάτι του OCD. Όταν τα σκέφτομαι όλα αυτά, με δυσκολία πιστεύω ότι ήμουν εγώ. Δεν τα αναφέρω για να πω ότι η ακραία συμπεριφορά ή η χρήση ουσιών είναι δείγμα ελευθερίας — κάθε άλλο — αλλά για να δείξω πόσο διαφορετικός ήταν ο εαυτός μου πριν το OCD γίνει κυρίαρχο. Τα τελευταία δέκα χρόνια, ζω μέσα στις ιδεοληψίες και τους καταναγκασμούς. Αν αρχίσω να τους απαριθμώ, το κείμενο δεν θα τελειώσει ποτέ. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω ότι έχω έναν υπερβολικό φόβο ως προς την αρρώστια — είτε ψυχική είτε σωματική. Πανικοβάλλομαι ακόμα και με μια γρατζουνιά, ζητάω διαρκώς επιβεβαίωση από γιατρούς, γονείς, σύντροφο, φίλους. Δυσκολεύομαι να φάω από κοινά πιάτα σε φιλικά τραπέζια, αν κάποιος έχει ακουμπήσει το πιρούνι του. Φοβάμαι μην κολλήσω AIDS, ανεμοβλογιά, γρίπη, έρπη — οποιαδήποτε αρρώστια. Φοβάμαι ακόμη και το ίδιο μου το άγχος, γιατί νιώθω πως με αρρωσταίνει — κι έτσι προσπαθώ να το «ελέγξω» με κάθε τρόπο. Ζω φοβικά. Κατά περιόδους τρώω υπερβολικά υγιεινά και απαγορεύω στον εαυτό μου τροφές που ίσως επιδεινώσουν κάποια αυτοάνοσα που έχω — αλλά σε σημείο πέραν του φυσιολογικού. Ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι ο φόβος της αρρώστιας. Ένα άλλο, εξίσου επώδυνο, είναι οι ιδεοληψίες με ταμπού περιεχόμενο. Φοβάμαι ότι μπορεί να βλάψω τους ανθρώπους που αγαπώ — είτε ψυχολογικά είτε σεξουαλικά — ότι είμαι επικίνδυνη, ότι είμαι ανειλικρινής, κι άλλα πολλά. Ζω καθημερινά υπό το κράτος του φόβου — όπως οι περισσότεροι άνθρωποι που παλεύουν με το OCD. Έχω χάσει όμορφες στιγμές με φίλους, σχέση, οικογένεια, σκεπτόμενη διάφορες ιδεοληψίες και κάνοντας κυρίως νοερούς καταναγκασμούς. Έχω κάτσει κάτω από την κουβέρτα, κλεισμένη στο σπίτι, επί μήνες, νιώθοντας ένοχη και ανήμπορη να αποδεχτώ ότι μπορεί να έκανα κάτι κακό. Αυτά και άλλες αμέτρητες ιστορίες που με τραυμάτισαν, και το OCD έγινε θηρίο και πήρε τον έλεγχο της ζωής μου!

Αυτό που συνειδητοποιώ όλο και πιο καθαρά είναι ότι, κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων, το OCD αλλοίωσε την προσωπικότητά μου. Πράγματα που άλλοτε έκανα με θάρρος, τώρα μου φαίνονται αδιανόητα — σχεδόν απίθανο να τα έχω κάνει εγώ! Δεν σημαίνει ότι θέλω να επιστρέψω σε μια απερίσκεπτη, ανώριμη εφηβεία. Αλλά μου έχουν λείψει κάποια στοιχεία που τα θεωρώ πολύ αναγκαία: η ξεγνοιασιά, η αίσθηση της δύναμης, η ικανότητα να αποδέχομαι την αβεβαιότητα χωρίς δεύτερη σκέψη. Το OCD, πέρα από τον ψυχικό πόνο που μου προκαλεί, νιώθω ότι μου«έκλεψε» τη δύναμή μου, την αυτοπεποίθησή μου, την αποφασιστικότητά μου, τη χαρά του να ζω ελεύθερα. Έχω ανάγκη από διασφάλιση, από καθησυχασμό. Χρειάζομαι διαρκώς τη γνώμη των άλλων. Γίνομαι ένα μικρό κοριτσάκι που χρειάζεται τη μαμά του για να νιώσει ασφαλές — ακόμα και για να πάρει μια απόφαση. Είναι εξαντλητικό. Για μένα, αλλά και για τους δικούς μου ανθρώπους. Όταν όμως ακολουθώ τη θεραπεία — όταν εφαρμόζω την τεχνική της έκθεσης και της παρεμπόδισης των καταναγκασμών, όταν αποδέχομαι την αβεβαιότητα — νιώθω ότι, σιγά σιγά, ξαναβρίσκω στοιχεία του παλιού μου εαυτού. Ότι ανακτώ τη δύναμή μου. Ότι κάνω ένα βήμα πιο κοντά στην ελευθερία.

Τα τελευταία δύο χρόνια της θεραπείας μου για το OCD μού έχουν δώσει ελπίδα, και θεωρώ ότι βρίσκω το θάρρος να κάνω τα βήματα που χρειάζονται για να το αντιμετωπίσω. Ξέρω πως έχω δρόμο μπροστά μου. Ξέρω πως δεν επέλεξα την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και προσπαθώ να μην με μαστιγώνω όταν δεν πετυχαίνω κάτι! Ο αγώνας είναι δύσκολος, με πολλά πισωγυρίσματα, και απαιτεί θάρρος και πειθαρχία. Νιώθω όμως πως, κατά βάθος, όλοι οι πάσχοντες ξέρουμε ότι όσο προσεκτικοί κι αν είμαστε, όσα μέτρα προφύλαξης κι αν πάρουμε, η ζωή είναι τελείως τυχαία και απρόβλεπτη έτσι κι αλλιώς.

Θέλω να πιστεύω πως το κίνητρό μου για μια ελεύθερη ζωή είναι ισχυρότερο από το OCD. Θέλω να ταξιδέψω όσο περισσότερο μπορώ, ακόμα και σε “επικίνδυνα” μέρη. Θέλω να φάω κοτόπουλο, κι ας υπάρχει 5% πιθανότητα να πάθω σαλμονέλα. Θέλω να πάρω μια απόφαση μόνη μου — κι ας αποδειχτεί ότι ήταν λάθος. Θέλω να είμαι παρούσα στη ζωή μου, στο εδώ και τώρα. Θέλω να μπορώ να αντιμετωπίζω τον φόβο με ψυχραιμία και να μην του επιτρέψω να κλέψει για πάντα αυτή τη θαρραλέα έφηβη!

Γράφει η Ιωάννα Ν.

Επιμελείται επιστημονικά η Γκόλφω Λιαμάκη

Οι περισσότεροι συμφωνούμε πως τα ταξίδια μάς χαρίζουν τις πιο όμορφες εμπειρίες και αναμνήσεις καθώς και την ευκαιρία να γνωρίσουμε  νέα μέρη, ανθρώπους και κουλτούρες, προσφέροντας μας μεγάλη ευχαρίστηση. Ωστόσο στις περιπτώσεις των ατόμων που πάσχουν από Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ), η πραγματοποίηση ενός ταξιδιού μπορεί να αποτελέσει μια εξαιρετικά αγχώδη διαδικασία. Αυτό συμβαίνει διότι το άτομο εγκαταλείπει τη γνώριμη «ζώνη ασφαλείας» του και νιώθει ότι εκτίθεται σε διάφορους πιθανούς κινδύνους που γεννάει κάθε άγνωστη κατάσταση. Αυτόματα οι ιδεοληψίες του αυξάνονται, το ίδιο και οι καταναγκασμοί.

 Ο προσωπικός μου αγώνας με την ΙΨΔ, από την οποία πάσχω εδώ και περίπου δεκαεφτά χρόνια, ενώ διαγνώστηκα το τελευταίο μόλις εξάμηνο, με εμποδίζει εδώ και πολλά χρόνια να ακολουθήσω ένα από τα όνειρα μου και να γνωρίσω όσα περισσότερο μέρη μπορώ. Στο άκουσμα και μόνο μιας εξόρμησης, τα συναισθήματα μου είναι ανάμικτα, περιλαμβάνοντας τον ενθουσιασμό και την ανυπομονησία στο ίδιο ποσοστό με τον φόβο και την αβεβαιότητα. Ενθουσιασμός για όλες τις περιπέτειες που πρόκειται να ακολουθήσουν και φόβος ότι καμία από αυτές δεν θα έχει αίσια έκβαση.

Με αφορμή το πρόσφατο ταξίδι μου στη Ρώμη και δουλεύοντας παράλληλα στην καταπολέμηση της ΙΨΔ, συνειδητοποίησα αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα γι’ αυτή που με βοήθησαν να την αντιμετωπίζω καλύτερα. Αυτό όμως που κατάλαβα και που με βοήθησε περισσότερο είναι ότι όλες οι ιδεοληψίες που βιώνω, αν και επιφανειακά δείχνουν να είναι διαφορετικές μεταξύ τους, στην πραγματικότητα σχετίζονται με τον φόβο της απώλειας ελέγχου του εαυτού μου ή της τρέλας, λόγω κάποιου οδυνηρού περιστατικού που ίσως μου συμβεί, και δεν θα δύναμαι να το διαχειριστώ. Αυτά τα περιστατικά μπορεί να είναι ένα αυτοκινητιστικό ή αεροπορικό ατύχημα, η εύρεση απαγορευμένων αντικειμένων (ουσιών) κατά τον έλεγχο του αεροδρομίου, που κάποιος ίσως να έβαλε στις αποσκευές μου εν αγνοία μου, η πρόκληση κάποιας αλλεργίας από τρόφιμα ή η απώλεια του αυτοελέγχου μου εν ώρα πτήσης  (η σκέψη ότι θα φωνάξω αυθόρμητα, θα τρέξω, θα θελήσω να αποβιβαστώ επειγόντως) καθώς και άλλα αναρίθμητα σενάρια που μπορεί να με οδηγήσουν στην απώλεια ελέγχου των αντιδράσεων μου και στην τρέλα που γεννάει το μυαλό μου. Εν ολίγοις, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη, όλες δηλαδή οι ιδεοληψίες μου, ανεξάρτητα από το ποια είναι η αφετηρία, αφορούν τον φόβο της τρέλας, οδηγούν δηλαδή στον ίδιο προορισμό.  

Ενώ λοιπόν πίστευα ότι είχα να «πολεμήσω» ενάντια σε πολλά διαφορετικά δεινά, στην πραγματικότητα κατάλαβα ότι ο κύριος και ισχυρότερος φόβος μου είναι μονάχα ένας, που όμως παίρνει ποίκιλλες επιφανειακές μορφές αλλά και διάφορες εκφάνσεις στην καθημερινότητά μου. Αυτή η συνειδητοποίηση μπορώ να πω ότι ήταν ιδιαίτερα ανακουφιστική και κατά κάποιο τρόπο απλοποίησε τη χαοτική κατάσταση που επικρατούσε στο μυαλό μου-αλλά στο μυαλό όλων των πασχόντων με ΙΨΔ- και μου έδωσε κουράγιο και δύναμη να συνεχίσω να αντιμετωπίζω τη διαταραχή.

Οι ιδεοληψίες μου μού δημιουργούν έντονο άγχος με αποτέλεσμα να λαμβάνω αυξημένα-και στην πραγματικότητα αχρείαστα- μέτρα προς αποφυγή των υποτιθέμενων κινδύνων που θα με οδηγήσουν στην τρέλα. Τα μέτρα αυτά προφανώς αναφέρονται στην τέλεση καταναγκασμών αλλά και στην αποφυγή διαφόρων δήθεν απειλητικών καταστάσεων. Αναφορικά με την περίπτωση των ταξιδιών, οι καταναγκασμοί μου αφορούν εντατικό πλύσιμο χεριών, αποφυγή δήθεν ριψοκίνδυνων δραστηριοτήτων που μπορεί να με αναστατώσουν, αμέτρητοι επανέλεγχοι, αποφυγή κατανάλωσης τροφίμων και ποτών που δε γνωρίζω, τελετουργικές πράξεις, όπως παραδείγματος χάρη, συγκεκριμένη ενδυμασία κατά το ταξίδι ή συχνή προσευχή. Όλα τα παραπάνω μού στερούν την ανεμελιά, την απόλαυση, την ελευθερία αλλά και την ευελιξία και με δυσκολεύουν συναισθηματικά και πρακτικά και εμένα αλλά και τους συνταξιδιώτες μου.

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια και παρά τις έντονες ανησυχίες μου καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια να ταξιδεύω όσο γίνεται περισσότερο. Πιστεύω ότι το οφείλουμε στον εαυτό μας να μην αφήνουμε την ΙΨΔ να μας νικήσει και να μας στερήσει αξιοσημείωτες στιγμές και αναμνήσεις. Αν λοιπόν και για εσάς, τα ταξίδια είναι ένας πολύ σημαντικός τομέας στη ζωή σας αλλά πάσχετε από ΙΨΔ, δεν θα πρέπει να την αφήνετε σε καμία περίπτωση να σας κρατά αιχμάλωτους και παρά τα εμπόδια που σας βάζει, να πραγματοποιείτε τα όνειρα σας. Τολμήστε αυτό το «επικίνδυνο» ταξίδι που τόσο επιθυμείτε, πάρτε ρίσκα, πηγαίνετε κόντρα σε αυτό που σας λένε οι ιδεοληψίες σας, προσπαθήστε να δίνετε μια πιο θετική ερμηνεία σε κάποια γεγονότα και αποδεχτείτε το μεγάλο δώρο της περιπέτειας που κρύβεται μέσα στο μη γνώριμο. Όπλα σας να είναι η ατομική σας προσπάθεια σε συνδυασμό με την εξειδικευμένη θεραπεία από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Εξάλλου πίσω από όλα αυτά που φοβόμαστε κρύβονται όλα αυτά που επιθυμούμε. Keep calm and keep travelling to freedom λοιπόν.

 

           

Γράφει η Αναστασία Κ.

Επιμελείται επιστημονικά η Γκόλφω Λιαμάκη

Μόλις πριν λίγες μέρες έκανε παγκόσμια πρεμιέρα η πολυαναμενόμενη (για μένα τουλάχιστον) ταινία μικρού μήκους “Waving” σε συνεργασία με το IOCDF και είχαμε εμείς, από την Ελληνική Κοινότητα OCD την τύχη να την παρακολουθήσουμε πρώτοι σε live μετάδοση. Καθώς λοιπόν ακολούθησε μια ζωντανή από όλες τις απόψεις συζήτηση, τόσο με τους δημιουργούς, όσο και με την ομάδα μας, σκέφτηκα να γράψω κάποιες σκέψεις μου για την ταινία, όχι γιατί πιστεύω πως η άποψή μου έχει κάποια ιδιαίτερη βαρύτητα, αλλά γιατί αποτέλεσε αφορμή για έναν μακροσκελή εσωτερικό διάλογο, που θα ήταν κρίμα να πάει χαμένος.

Η ταινία ξεκινάει με τον πρωταγωνιστή, τον Charlie (τον υποδύεται ο Ralph Ineson), να βρίσκεται χειμώνα σε μια παραλία κρατώντας μια ομπρέλα, εμφανώς σκεπτικός και εξουθενωμένος, θυμούμενος μια φράση που του είχε πει μια ψυχοθεραπεύτρια. Η επόμενη σκηνή τον βρίσκει μέσα σε ένα τεράστιο και εγκαταλελειμμένο σπίτι, καθήμενο και περικυκλωμένο από διάφορες σκέψεις του, τόσο σε μορφή εσωτερικού διαλόγου, όσο και σε μορφή γραμμένων φράσεων στους τοίχους του σπιτιού. Αδύναμος να σταματήσει όλα αυτά, καθώς όσο προσπαθεί τόσο ξαναέρχονται, βρίσκει ένα κλειδί που τον οδηγεί και πάλι έξω στη παραλία. Η ταινία ολοκληρώνεται ενώ οι διαφορετικές εκδοχές του Charlie ακολουθούν τρεις διαφορετικές πορείες.

Με τι να πρωτοξεκινήσω! Ας ξεκινήσω από τα εύκολα. Πέρα από την υπέροχη εικόνα και ερμηνεία, την ταινία χαρακτηρίζει ένα συνεχές άβολο ηχητικό background που δημιουργείται είτε από τις ίδιες τις σκέψεις του Charlie, είτε από άμορφους, μη συνεκτικά αρμονικούς ήχους, καταφέρνοντας να δημιουργήσει τρομερά αποτελεσματικά μία διαρκή αίσθηση ανησυχίας, απεικονίζοντας με ακρίβεια το μεγαλύτερο μέρος του ψυχισμού ενός ατόμου που αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας.

Αλλά επειδή η συγκεκριμένη ταινία μόνο ρεαλιστική δεν είναι (και δεν θέλει να είναι), ας περάσουμε στους συμβολισμούς της. Το πρώτο κατά τη γνώμη μου σύμβολο είναι αυτό της ομπρέλας, η οποία είναι αντικειμενικά άχρηστη, αφού η κατάσταση του καιρού δεν την απαιτεί. Ένα μέτρο προστασίας λοιπόν από έναν φανταστικό, μη υπαρκτό κίνδυνο. Βέβαια θα μου πείτε κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα της απότομης ακραίας μεταβολής του καιρού. Ακριβώς.

Προχωρώντας, το άδειο, εγκαταλελειμμένο, τεράστιο, αφιλόξενο και κρύο σπίτι είναι η ιδανική μεταφορά της κατάστασης ενός μυαλού με ΙΨΔ. Εγκαταλελειμμένο γιατί οι πραγματικές γωνίες του μυαλού του ατόμου, αυτές δηλαδή οι οποίες θα ήθελε πραγματικά το άτομο με ΙΨΔ να υπάρχουν, έχουν μικρύνει, εξασθενίσει, σχεδόν δεν τις θυμάται πια, καθώς η προσοχή επικεντρώνεται σε άλλα, πιο ʺσημαντικάʺ, ʺπράγματα. Τεράστιο γιατί ο κύκλος της ΙΨΔ είναι ατελείωτος, καθώς το μυαλό βρίσκει συνεχώς καινούργια πράγματα που μέχρι πριν μπορεί να μην ήξερε καν ότι υπήρχαν. Αφιλόξενο γιατί το ίδιο του το μυαλό δεν τον συμπαθεί, τον σαμποτάρει, κάνει τα πάντα για να τον κάνει δυστυχισμένο, και κρύο γιατί οποιαδήποτε εσωτερική ζεστασιά έχει αντικατασταθεί από ψυχρές αληθοφανείς εξισώσεις.

Στο κέντρο λοιπόν αυτού του απαίσιου σπιτιού βρίσκεται ο Charlie εκτεθειμένος σε απρόσκλητα ερεθίσματα, στο χτύπημα του τηλεφώνου, στην ανοιχτή τηλεόραση, στα γραμμένα μηνύματα στους τοίχους, που όλα έχουν ένα και μόνο σκοπό: Να του υπενθυμίσουν πόσο πολύ φταίει για όλα, το πόσο αδύναμος είναι, και πόσο άπραγης επιλέγει να κάθεται τη στιγμή που όλοι τον χρειάζονται. Προσπαθώντας να διώξει αυτές τις σκέψεις, αυτοτραυματίζεται στον τοίχο, καταφέρνοντας μία απειροελάχιστη στιγμή εσωτερικής γαλήνης. Πριν προλάβει όμως να ανοίξει τα μάτια του ο κύκλος των σκέψεων ξαναρχίζει.

Το δεύτερο σύμβολο είναι το κλειδί, το οποίο κυριολεκτικά βγαίνει από μέσα του, καθώς το φτύνει στον νιπτήρα, συμβολίζοντας τη μοναδική πύλη εξόδου προς την ελευθερία που έχει, που προέρχεται φυσικά από τον ίδιο του τον εαυτό.

Βγαίνοντας και πάλι στην παραλία (πάντα με την ομπρέλα του φυσικά), τον βλέπουμε να σχεδιάζει στην άμμο έναν κύκλο όπου μέσα γράφει “Not your centre”, δηλώνοντας το πόσο μοναδικά και διαφορετικά μπορεί να είναι όλα αυτά που φοβίζουν τον καθένα, αφού το κέντρο, ο πυρήνας του καθενός είναι μοναδικός. Εκτός από αυτό όμως, ο κύκλος κατά τη γνώμη μου είναι ο τρόπος με τον οποίο το άτομο με ΙΨΔ αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του, καθώς υπό το κράτος των ιδεοληψιών, το άτομο θεωρεί πως είναι κυριολεκτικά το κέντρο όλου του κόσμου. Όχι από την εγωιστική ναρκισσιστική πλευρά, αλλά από την διαστρεβλωμένη αντίληψη ότι κυριολεκτικά έχει την ευθύνη όλου του κόσμου στην πλάτη του, και ειδικά αυτών που αγαπάει.

Σε αυτό το σημείο λοιπόν γίνεται η διάσπαση, καθώς βλέπουμε τον έναν Charlie να πηγαίνει προς τη θάλασσα και να πνίγεται, ενώ ο άλλος Charlie τον παρατηρεί. Τότε, μία άγνωστη γυναίκα, ντυμένη στα χρώματα της πρόληψης της αυτοκτονίας, τον πλησιάζει και του προσφέρει βοήθεια, ενώ ο Charlie την ακολουθεί δεχόμενος τη βοήθεια της. Η κάμερα απομακρύνεται εστιάζοντας στον τρίτο Charlie ο οποίος τους παρακολουθεί να απομακρύνονται, χαιρετώντας τους. Πέρα από τα προφανή συμπεράσματα που μπορούν να βγουν από αυτή τη σκηνή, ότι δηλαδή υπάρχουν τρεις δρόμοι που θα μπορούσε να ακολουθήσει, αυτός της αυτοκαταστροφής, αυτός της θεραπείας και αυτός της στασιμότητας στο γνωστό ίδιο φαύλο κύκλο της ΙΨΔ, νομίζω πως αυτή η τελευταία σκηνή θέλει να αναδείξει το πόσο αυτοί οι τρεις δρόμοι μπορούν στην πραγματικότητα να συνυπάρχουν και να εναλλάσσονται μεταξύ τους, αναδεικνύοντας την ανανεώσιμη φύση της μάχης με την ΙΨΔ και τη συνεχή ανάγκη για αυτοανασυντήρηση και αυτοπροσαρμογή. Βέβαια θα μπορούσε να είναι και το ότι σε κάθε υποτροπή ο Charlie βρίσκεται ακριβώς στο ίδιο σημείο, καλούμενος να επιλέξει ξανά από την αρχή ποιον δρόμο θα ακολουθήσει. Σε κάθε περίπτωση, η πολυπλοκότητα αυτής της ασθένειας και η συνεχής πρόκληση που αντιπροσωπεύει αποτυπώνεται εμφανώς σε αυτήν τη σκηνή, προσθέτοντας σε ακόμη μεγαλύτερο βάθος την πολυδιάστατη κατανόηση της θεματικής της ταινίας.

Και περνάμε στον ελέφαντα στο δωμάτιο. Είναι προφανείς οι ομοιότητες της κατάστασης που βιώνει ο Charlie με έναν άνθρωπο που βιώνει ψυχωσικό επεισόδιο. Φόβος, άγχος, φωνές, απομόνωση, περίεργες συμπεριφορές, παραισθήσεις, διαστρέβλωση της πραγματικότητας, έως και απόγνωση και αυτοκτονία. Ενώ αντιλαμβάνομαι πλήρως τους πιθανούς λόγους για τους οποίους μία τέτοια απεικόνιση θα μπορούσε να προκαλέσει αντιδράσεις, ταυτόχρονα είμαι ενθουσιασμένη γιατί επιτέλους μια τέτοια πλευρά της νόσου ήρθε να ταράξει τα νερά (ή τέλος πάντων τα pixel). Και δεν εννοώ πως όντως κάποιος με ΙΨΔ μπορεί να έχει ψύχωση (βασικά είναι πολύ πιθανό κάτι τέτοιο να αποτελεί μια από τις ιδεοληψίες του ατόμου, καθώς αυτός ο φόβος είναι ιδιαίτερα συχνός), αλλά πραγματικά δυσκολεύομαι  να κατανοήσω την τόσο έντονη επιθυμία μας να τα διαχωρίσουμε. Αν με ρωτάτε, πιστεύω πως αυτό γίνεται αυθόρμητα στην προσπάθεια μας να εξηγήσουμε και να καταλάβουμε τις καταστάσεις συγκρίνοντας τες με άλλες ίσως πιο οικείες (ή έτσι νομίζουμε), ώστε να αποφανθούμε για το ποιος υποφέρει πιο πολύ, που στην τελική δεν ξέρω γιατί έχει και τόσο μεγάλη σημασία.

Αλλά το χαρακτηριστικό αυτό που κάνει την ταινία αυτή να ξεχωρίζει είναι ακριβώς ο “λάθος” τρόπος που μπορεί κάποιος να την ερμηνεύσει. Στην πραγματικότητα δεν θέλει να διδάξει κάτι, στο κάτω-κάτω τόσα ενημερωτικά κείμενα υπάρχουν σχετικά με το τι είναι και τι δεν είναι OCD, αλλά θέλει να κάνει τον θεατή να νιώσει πώς πραγματικά μπορεί να βιώνεται μια τέτοια κατάσταση. Να τον βάλει μέσα σ’ αυτή, να τον κάνει να νιώσει άβολα, να τον τρομάξει, να νιώσει πώς μπορεί να είναι να είσαι κυριολεκτικά μέσα στο κεφάλι ενός ανθρώπου με ΙΨΔ, και όχι απ’ έξω, στην κανονικότητα, στο βάθρο του μη πάσχοντα λειτουργώντας απλώς σαν δέκτης πληροφοριών και δεδομένων. Και αυτό ακριβώς την κάνει brilliant.

Γράφει η Αναστασία Κ.

Επιμελείται επιστημονικά η Γκόλφω Λιαμάκη

Είμαι η Αναστασία, είμαι 28 χρονών, και πάσχω από Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (Obsessive- Compulsive Disorder), θα τη λέμε OCD εν συντομία από εδώ και πέρα. Παρ’ όλο που η διάγνωσή μου μπήκε στην ηλικία των 20, τους τελευταίους 6 μήνες κάνω την κατάλληλη ψυχοθεραπεία για τη νόσο μου, που δεν είναι άλλη φυσικά από την Έκθεση και Παρεμπόδιση της Αντίδρασης (Exposure and Response Prevention), θα τη λέμε ERP από εδώ και πέρα, γιατί τα ακρωνύμια φαίνονται πιο κουλ και επαγγελματικά. Στην τελευταία συνεδρία που είχα λοιπόν με την ψυχοθεραπεύτρια μου, έχοντας φτάσει σε ένα ικανοποιητικό σημείο βελτίωσης, συζητήσαμε πώς θα μπορούσα να γράψω κάτι σχετικά με το τι με έχει βοηθήσει κατά τη διάρκεια της θεραπείας, καθώς (είπε) θα ήταν βοηθητικό και για μένα αλλά και για άλλους ανθρώπους που μπορεί να το διαβάσουν. Και λέω “είπε” γιατί ένα βασικό κομμάτι της θεραπείας βασίζεται στο να κάνεις πράγματα τα οποία δεν τα πιστεύεις, σου φαίνονται αστεία, ακατόρθωτα, περιττά, απλώς επειδή τα λέει ο θεραπευτής σου. Αλλά ας μην κάνω spoilers, πάμε να τα δούμε επιγραμματικά, αναλυτικά και οργανωμένα (όπως μας αρέσει και τους αξίζει):

  1. Η διάγνωση

Θυμάμαι σαν χθες τη μέρα που πήγα πρώτη φορά στον ψυχίατρο και του περιέγραψα τα συμπτώματά μου. Και μου είπε “εντάξει, η OCD είναι μία συχνή νόσος”. Βγήκα από το ραντεβού 10 κιλά ελαφρύτερη. Η ανακούφιση που ένιωσα όταν μπήκε όνομα σε αυτό που μου συνέβαινε ήταν γιγαντιαία. Ένιωσα ξαφνικά ότι δεν είμαι μόνη, δεν είμαι τρελή, υπάρχει κάποιος που με πιστεύει, τα συμπτώματά μου έχουν όνομα. Και βέβαια μετά ήρθε το άγχος (καλά είχε έρθει εδώ και χρόνια αλλά καταλάβατε), η θλίψη, ο θυμός, η ματαίωση. Τελικά όντως κάτι έχω, δεν είναι στο μυαλό μου όλα (ή μήπως είναι;). Αλλά τώρα, 8 χρόνια μετά καταλήγω πως μόνο βοηθητικό ήταν. Οπότε, παιδιά, λέμε ναι στις διαγνώσεις, κάνουν καλό (or not για κάποιους).

  1. Τα φάρμακα

No shit, Sherlock. Κι όμως, ποιος να το φανταζόταν ότι πρέπει να πάρεις φάρμακα για μία νόσο, η οποία τις περισσότερες φορές είναι σοβαρή και οι πάσχοντες έχουν αυξημένα επίπεδα δυσλειτουργίας. Οκέι, θα μιλήσω από προσωπική εμπειρία. Η πρώτη μου επαφή με ψυχιατρικά φάρμακα ήταν όταν είχα πρωτοδιαγνωστεί και ο γιατρός μου μού είχε συνταγογραφήσει Ladose (είναι ένα φάρμακο στην κατηγορία των αντικαταθλιπτικών που λέγονται Selective Serotonin Reuptake Inhibitors ή εν συντομία SSRIs). Χωρίς ίχνος πρωτοτυπίας, φυσικά, είχα αντίσταση στα φάρμακα στην αρχή (“τι ποιος εγώ γιατί – μια χαρά είμαι – τι είναι αυτός ο διάολος – θα εθιστώ”) – όλο το πακέτο, αλλά τα πήρα καθώς η κατάσταση ήταν αρκετά δύσκολη τότε. Και ποιος να το φανταζόταν, βοήθησαν. Και μετά συνεχίζοντας με την ίδια πλήρη έλλειψη πρωτοτυπίας, έγινα καλύτερα και τα έκοψα. Και ναι, υποτροπίασα. Και τα ξανάρχισα, με πιο μεγάλη σοβαρότητα και υπευθυνότητα αυτή τη φορά. Γιατί ένα μεγάλο μέρος της θεραπείας είναι η υπευθυνότητα με την οποία θα αντιμετωπίσεις την κατάσταση σου. Τι εννοώ: Οι περισσότεροι πάσχοντες θέλουμε να πετάξουμε από πάνω μας το “κακό”. Να το ξεριζώσουμε, να το εξαλείψουμε, να το ξεχάσουμε, να το ξεπλύνουμε, μέχρι και να γδάρουμε το δέρμα μας εάν αυτό σημαίνει ότι θα “φύγει”. Και όταν έρχεται η πρώτη βελτίωση τρέχουμε να γυρίσουμε στην “κανονικότητα”, τον “αληθινό εαυτό” μας, το “ουφ μια φάση ήταν τελικά” και κόβουμε τα φάρμακα γιατί αυτά μας θυμίζουν ότι πάσχουμε. Αλλά όπως λέει και ο σοφός λαός (καλά όχι και πολύ σοφός εδώ που τα λέμε), το πρόβλημα δεν λύνεται αν απλώς το βάλουμε κάτω από το χαλάκι. Και μετά σιγά-σιγά αλλάζεις, παίρνεις την ευθύνη του εαυτού σου και της νόσου σου. Δεν φταις εσύ που την έχεις, αλλά μόνο εσύ έχεις την ευθύνη (και τη δυνατότητα) να κάνεις κάτι γι’ αυτό.

Και φυσικά, δεν λέω χαπακωθείτε, αδέρφια, γιατί χανόμαστε, απλώς λέω ότι σίγουρα η φαρμακευτική αγωγή είναι σωτήρια, όπου αυτή ενδείκνυται. Ο πρώτος μου γιατρός έλεγε πάντα πως η νόσος είναι σαν να έχεις πάθει λάστιχο με το αμάξι. Για να αλλάξεις τη ρόδα πρέπει να σηκώσεις το αυτοκίνητο. Γιατί να σηκώσεις μόνη σου όλο το βάρος ενώ υπάρχει ο γρύλος; Και κάτι ακόμα. Για να έχεις φτάσει σε σημείο να απευθυνθείς σε ειδικό ψυχικής υγείας, μάλλον (δυστυχώς) τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα για σένα. Οπότε όχι, μην πεις “εεε, πήγα στο γιατρό και μου έγραψε κατευθείαν φάρμακα”. Ναι, σου έγραψε φάρμακα γιατί μάλλον τα χρειάζεσαι, γιατί αυτό που έχεις είναι κάτι σοβαρό και απλώς έχεις μάθει να ζεις με αυτό και να σου λένε όλοι “έλα μωρέ σιγά δεν είναι τίποτα, βγες μια βόλτα να ξεχαστείς”. Σκέψου το εξής: Τι γνώμη θα είχες για έναν γιατρό αν πήγαινες τη μητέρα σου που έχει πυρετό εδώ και 10 μέρες, δεν μπορεί να φάει, να σηκωθεί από το κρεβάτι και κάθε φορά που βήχει είναι λες και χάνει ένα κομμάτι πνεύμονα, και αυτός έλεγε “Κυρία Ασπασία πιείτε λίγο τσαγάκι με τσουκνίδα-έχει αντιφλεγμονώδη δράση”; Γιατί η OCD σου είναι διαφορετική;

  1. Η ψυχοθεραπεία

Και όχι η οποιαδήποτε ψυχοθεραπεία, η ERP, αλλά αυτό είναι θέμα για άλλο κείμενο. Παρακάτω θα προσπαθήσω να αναλύσω κάποια milestones της θεραπείας μου κατά τη διάρκεια των 6 αυτών μηνών. Πάμε λοιπόν:

  • Οι ορισμοί

Όταν είχα πρωτοξεκινήσει την ψυχοθεραπεία πριν 8 περίπου χρόνια (τότε έκανα Cognitive-Behavioural Therapy, θα τη λέμε CBT από δω και πέρα – you get the point), ήμουν εντυπωσιασμένη όταν ήρθα πρώτη φορά σε επαφή με τους όρους ιδεοληψίες, καταναγκασμοί, σκέψη, συναίσθημα, πρόθεση, πράξη και άλλες τέτοιες περίπλοκες λέξεις. Θυμάμαι κιόλας να το περηφανεύομαι και να κάνω την έξυπνη σε συζητήσεις σχετικές λέγοντας  “το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνεις είναι να γνωρίσεις τη νόσο σου, να ορίσεις τα συμπτώματα”. Και έτσι πέρασαν πολλά χρόνια, έως ότου ήρθε η μεγάλη υποτροπή και τότε ξεκίνησα με την ERP. Θυμάμαι τότε από τα πρώτα πράγματα που με είχε ρωτήσει η ψυχοθεραπεύτρια μου ήταν πόση ώρα με απασχολεί μέσα στην ημέρα η OCD. Και της είχα απαντήσει ΟΛΗ ΜΕΡΑ, ΕΧΩ ΟΛΗ ΜΕΡΑ ΙΔΕΟΛΗΨΙΕΣ. Θυμάμαι να νιώθω τόσο αβοήθητη και πελαγωμένη γιατί όντως από τη στιγμή που θα ξυπνούσα μέχρι τη στιγμή που θα έπεφτα στο κρεβάτι, στο μυαλό μου έπαιζε ένα background σκέψεων, που μέχρι τότε θεωρούσα ιδεοληψίες. Ωστόσο, όταν μου είπε η ψυχοθεραπεύτρια ότι αυτές οι σκέψεις είναι νοεροί καταναγκασμοί και όχι ιδεοληψίες, τότε γκρεμίστηκε (ή τότε ήταν που άρχισε να ξαναχτίζεται) ο κόσμος μου. Μου είπε πως οι ιδεοληψίες είναι σαν “κεραυνός εν αιθρία”, δεν τις ελέγχεις, σου έρχονται απότομα στο μυαλό, και είναι ΑΚΟΥΣΙΕΣ. Αντίθετα, οι νοεροί καταναγκασμοί είναι σκέψεις που κάνεις για να ανακουφιστείς από τη δυσφορία που προκαλούν οι ιδεοληψίες, κάνοντας ένα συνεχές “problem solving” που λένε και στο χωριό μου. Και θα μου πείτε, ναι, οκέι, Αναστασία αυτό το ξέραμε (did you now?), αλλά η συνειδητοποίηση ότι οι νοεροί καταναγκασμοί είναι ΕΚΟΥΣΙΟΙ (όπως όλοι οι καταναγκασμοί έτσι κι αλλιώς), αποτέλεσε το πρώτο “σπρώξιμο” προς την ελευθερία. Συνειδητοποίησα ότι ήταν εκούσιες σκέψεις, άρα τις έκανα εγώ, άρα είχα δύναμη πάνω τους, δεν ήμουν απλώς ένα έρμαιό τους. How cool is that?

  • Η καταγραφή της προόδου με χειροπιαστές μεθόδους

Μα, (σας φαντάζομαι να λέτε) πώς θα μετρήσουμε την πρόοδο σε μια ψυχική νόσο; Κι όμως, σε συγκεκριμένες μορφές ψυχοθεραπείας (μια εκ των οποίων είναι και η CBT), τα αποτελέσματα πρέπει να είναι μετρήσιμα. Θέτεις στόχους μαζί με τον/την θεραπευτή/ριά σου, κάνεις χρονοδιάγραμμα, και όταν έρχεται η ώρα του απολογισμού βλέπεις πώς τα πήγες. Όχι για να κρίνει κανένας αν είσαι καλός ή κακός στη θεραπεία σου, αλίμονο, αλλά όταν η απάντηση στην ερώτηση “Πόσο χρόνο ξοδεύεις την ημέρα σε καταναγκασμούς” είναι 90% και μετά από ένα τρίμηνο η απάντηση στην ίδια ερώτηση είναι 20%, ε, φουσκώνεις από δύναμη και περηφάνια για τον εαυτό σου, πώς να το κάνουμε.

  • Η ιεράρχηση όλων των ιδεοληπτικών φόβων

Ναι, ναι, το ξέρω πως είναι θεμέλιο της CBT, αλλά είναι άξιο προσοχής. Η θεραπεία της OCD είναι μια διαρκής πάλη, οπότε το να δεχτείς πως κάποιους αγώνες θα τους χάσεις είναι σημαντικό. Εννοώ πως αν, για παράδειγμα, σε αγχώνει πολύ η σκέψη μήπως το πόμολο που έπιασες είχε μικρόβια και αν κολλήσεις κάτι θα το μεταδώσεις και στην οικογένεια σου και κάποιος που αγαπάς μπορεί να πεθάνει (oh yes, τόσο γρήγορα πάει η σκέψη), αλλά ο μεγαλύτερος φόβος είναι πως ενώ οδηγούσες μπορεί να πάτησες κάποιον και να τον σκότωσες χωρίς να το έχεις αντιληφθεί, το να κάνεις παρεμπόδιση του καταναγκασμού στην πρώτη περίπτωση μπορεί να σου είναι λίγο πιο εύκολο από τη δεύτερη. Έτσι, ξεκινώντας από τους πιο “μικρούς” φόβους, αποκτάς εμπιστοσύνη στον εαυτό σου όταν τελικά τα καταφέρνεις, βρίσκεις το κουράγιο να προχωρήσεις παρακάτω. Και προφανώς, κάποιες φορές μπορεί να μην τα καταφέρεις, όλα μέσα στο παιχνίδι είναι.

  • Η αναζήτηση όλων (μα όλων – ναι και αυτών που δεν καταλαβαίνεις ότι τους κάνεις) των καταναγκασμών

Αν η OCD σού χτύπησε πρόσφατα την πόρτα και αναζήτησες γρήγορα θεραπεία, πρώτον συγχαρητήρια! Δεύτερον, μάλλον η αναγνώριση των καταναγκασμών είναι σχετικά απλή και εύκολη. Ωστόσο, όπως δυστυχώς γίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις των πασχόντων, αν ζεις πολλά χρόνια με τη διαταραχή, είναι πολύ πιθανόν αυτή να έχει εισβάλει και να έχει επηρεάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου, με αποτέλεσμα κάποιες σκέψεις και συμπεριφορές να έχουν κανονικοποιηθεί. Για αυτό χρειάζεται πολλή σκέψη, προσπάθεια και σκάψιμο ώστε να καταλάβεις ποιες από αυτές είναι κανονικές και ποιες όχι, έχοντας πάντα στο μυαλό σου σε τι αποσκοπεί μια σκέψη ή πράξη – αν δηλαδή αυτή γίνεται με σκοπό να καθησυχάσεις την ΟCD ή όχι. Μία μικρή παρένθεση επειδή ξέρω πως η λέξη “κανονικό” είναι λίγο τζιζ: τη λέξη “κανονικές” τη χρησιμοποιώ για να δηλώσω αυτό ακριβώς που λέει η λέξη, δηλαδή την “κανονικότητα” – κάτι που κάνει η πλειοψηφία των ανθρώπων – κλείνει η παρένθεση. Στη δίκη μου περίπτωση, ήταν συνταρακτική αποκάλυψη όταν κατάλαβα ότι σχεδόν κάθε μου κίνηση, απόφαση και σκέψη έκρυβε κατά βάθος καταναγκασμό. Στην αρχή καταρρακώθηκα σκεπτόμενη πόσο μεγάλο κομμάτι της ζωής μου είχε επηρεάσει η διαταραχή, στη συνέχεια όμως κατάλαβα πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος να αναμετρηθώ μαζί της όπως έπρεπε.

  • Ο επαναπροσδιορισμός του τι σημαίνει βελτίωση και θεραπεία

Χωρίς να έχω κάνει ενδελεχή δημοσκόπηση και στατιστική ανάλυση, είναι γεγονός πως όλοι οι πάσχοντες κατά το θεραπευτικό ξεκίνημα πιστεύουμε (λαχταρούμε βασικά) πως σκοπός της θεραπείας είναι να σταματήσουν επιτέλους αυτές οι βασανιστικές σκέψεις – μόνο έτσι θα γίνουμε καλά. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η διαταραχή έχει ένα ακούσιο και ένα εκούσιο κομμάτι, η θεραπεία έγκειται στο να έχεις τις βασανιστικές σκέψεις, να τις αφήνεις να υπάρχουν, αλλά να μην βαράνε κάθε φορά τα καμπανάκια “εκκένωσης κτηρίου”, δηλαδή να μην κάνεις κάτι για αυτές, και στο τέλος να πάψουν να είναι βασανιστικές, και να γίνουν αυτό που είναι, δηλαδή απλώς σκέψεις.

  • Η πίστη στη διαδικασία

Αυτό είναι το αγαπημένο μου κομμάτι, δεν ξέρω γιατί, ίσως γιατί εκεί κλονίζεται όλος ο πυρήνας και του πάσχοντα αλλά και της διαταραχής που κουβαλάει. Γνωρίζοντας πολύ καλά πως συνήθως οι άνθρωποι με OCD έχουν την τάση να θέλουν να έχουν τον έλεγχο – ακόμα και σε καταστάσεις που αυτό είναι αδύνατο – εκεί ακριβώς είναι που πρέπει να αποδεχτείς πως ακόμα και αν δεν πιστεύεις πως αυτό θα περάσει κάποτε, ακόμα και αν όλο σου το σώμα σου φωνάζει “κάνε κάτι αλλιώς χανόμαστε”, ακόμα και αν πιστεύεις πως πριν ήσουν καλύτερα μωρέ – ποιος παίρνει τέτοιο ρίσκο τώρα – εκεί είναι που πρέπει να αφεθείς (ίσως και για πρώτη φορά στη ζωή σου) και να “χάσεις” τον έλεγχο.

  • Η αποδοχή της κυμαινόμενης πορείας της βελτίωσης και όχι της γραμμικής

Όπως οι περισσότερες ψυχικές ασθένειες, έτσι και αυτή έχει εξάρσεις και υφέσεις. Όπως είπαμε και προηγουμένως, κάποιες μάχες θα τις χάσεις. Και (μπορεί) να υποτροπιάσεις. Και (μπορεί) και όχι. Αλλά οκέι, επειδή κάποια πράγματα είναι σίγουρα (όσο σίγουρα μπορούν να είναι δηλαδή), η αποδοχή ότι θα υπάρχουν σκαμπανεβάσματα είναι σημαντική.

  • Η αναγνώριση ακόμη και της μικρής προόδου

Παρ’ όλο που αυτή η φράση είναι λες και είναι βγαλμένη από βιβλίο life coaching, εγώ ως βαθιά ενοχικό και αυστηρό με τον εαυτό μου άτομο, ποτέ δεν το είχα ως δεδομένο. Έπρεπε συνεχώς να υπενθυμίζω στον εαυτό μου πως το να λέμε και καμία φορά μπράβο στον εαυτό μας δεν είναι και κακό βρε αδερφέ!

  • Η υπομονή

Παιδιά, η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μια μέρα, και σίγουρα ούτε η ψυχική μας υγεία. Ένα βασικό στοιχείο της OCD, είναι πως συνήθως οι πάσχοντες έχουν εναισθησία, καταλαβαίνουν δηλαδή ότι οι ιδεοληψίες πηγαίνουν κόντρα στο ποιοι είναι πραγματικά (είναι δηλαδή εγω-δυστονικές) και ότι είναι “παράλογες” σκέψεις, καθώς και ότι οι καταναγκασμοί είναι “υπερβολικοί”. Για αυτό και η δυσφορία είναι τεράστια και υπάρχει μεγάλη ανυπομονησία για βελτίωση. Αλλά ο εγκέφαλος (δηλαδή όχι ο ίδιος ο εγκέφαλος, αλλά οι νευρικές συνάψεις) αλλάζουν με βασανιστικά αργό ρυθμό. Πότε να προλάβουν εξάλλου οι καημένοι οι υποδοχείς και οι νευροδιαβιβαστές να προσαρμοστούν στη νέα τάξη πραγμάτων;

  • Η επανάληψη

Και μιας και λέμε για τον εγκέφαλο, σίγουρα έχετε ακούσει όλοι για το μηχανισμό της μάθησης. Η θεραπεία της ΟCD βασίζεται στην τροποποίηση της συμπεριφοράς (στην παρεμπόδιση των καταναγκασμών δηλαδή). Έρευνες έχουν δείξει ότι με την τροποποίηση της συμπεριφοράς επέρχεται και αλλαγή στις συνάψεις του εγκεφάλου, αλλά αυτό θέλει χρόνο όπως είπαμε παραπάνω, και μόνο με την επανάληψη θα επέλθει το πολυπόθητο neuromodulation.

  • Η υπενθύμιση ότι δεν έχω άλλη επιλογή

Από τις αγαπημένες φράσεις της ψυχοθεραπεύτριάς μου. Όταν πολλές φορές χάνομαι μέσα στον κύκλο της OCD και προσπαθώ να βρω λύση (“ναι, αλλά μήπως αυτή τη φορά είναι διαφορετικά και πρέπει να είμαι σίγουρη;”) και η αναποφασιστικότητά μου γιγαντώνεται, πέφτω πάλι στον ίδιο τοίχο και θυμάμαι ότι δεν έχω άλλη επιλογή, οπότε το δίλημμα απλουστεύει και γίνεται από τη μία οι μαθημένες συμπεριφορές που έκανα μέχρι τώρα και ξέρω πού θα οδηγήσουν (spoiler, στην υποτροπή), και από την άλλη να μείνω με το άγχος μου και να αντισταθώ στους καταναγκασμούς. Δεν ξέρω για σας, εγώ διαλέγω την κουρτίνα νούμερο δύο.

  • Οι ομαδικές συναντήσεις

Εδώ θα αναφέρω πάλι αυτό περί του στη θεραπεία κάνουμε πράγματα επειδή απλώς τα λέει ο θεραπευτής μας. Στην αρχή είχα μεγάλη αντίσταση στις ομαδικές συναντήσεις που έκαναν οι συμπάσχοντες, γιατί κι εδώ χωρίς ίχνος πρωτοτυπίας έλεγα πως “ναι, αλλά η δικιά μου περίπτωση είναι πιο δύσκολη και περίπλοκη, δεν θα με καταλάβουν, άσε που μπορεί να ακούσω πράγματα που θα με τριγκάρουν”. Μετά έμαθα πως η φράση “Your OCD is not special” αποτελεί inside joke στην κοινότητα. Και εντάξει, προφανώς ένα πλαίσιο ομαδικής είναι πολύ βοηθητικό για πολλούς λόγους οι οποίοι είναι για επόμενο κείμενο.

  • Το σκυλί μου

Η απόφαση να πάρω σκυλί ή όχι ήταν αγαπημένο θέμα της OCD μου τον τελευταίο χρόνο. Ωστόσο, μέσα από τη θεραπεία κατέληξα στο take the risk και ό, τι γίνει. Για όσους δεν με ξέρουν μπορεί όλο αυτό να ακούγεται κάπως ανεύθυνο, αλλά να πω σε αυτό το σημείο πως πριν έρθει η Μίλκα στο σπίτι είχα κάνει σοβαρή έρευνα – ξέρετε, αυτά τα άρθρα “10+1 τρόποι να μετακομίσετε με το σκύλο σας στη Μεγάλη Βρετανία” για τη μεταφορά σκύλου στην Αγγλία σε ενδεχόμενη μετανάστευση. Οπότε και πήρα την απόφαση να την υιοθετήσω, και νομίζω είναι από τα πιο όμορφα πράγματα που έχω κάνει για μένα. Πέρα από το γεγονός ότι ένα σκυλί θες δεν θες σε βάζει σε πρόγραμμα και είναι η καλύτερη συντροφιά που θα μπορούσες να έχεις, αποτελεί και ένα θεμιτό distraction σε δύσκολες περιόδους. Εγωιστικό; Μπορεί. Πάντως τη λατρεύουμε, και αυτή φαίνεται να περνάει ζάχαρη, οπότε όλα καλά.

  • Οι κοντινοί μου άνθρωποι

Στην OCD οι κοντινοί άνθρωποι μπορεί να είναι από πηγή ιδεοληψιών και μέσο για εκτέλεση καταναγκασμών μέχρι σανίδα σωτηρίας. Παρ’ όλο που η ψυχική αυτή διαταραχή, όπως και όλες νομίζω, είναι αρκετά μοναχική είτε γιατί σου στερεί τα σημαντικά πράγματα για σένα, είτε γιατί θέλει προσωπική προσπάθεια και αγώνα, ο στενός κύκλος του ατόμου παίζει καθοριστικό ρόλο στη θεραπεία. Η OCD είναι η πιο παρεξηγημένη ψυχική νόσος και είναι συχνά πολύ δύσκολο να εξηγήσεις σε κάποιον μη πάσχοντα τη φύση των συμπτωμάτων σου. Ωστόσο, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ανοιχτά αυτιά και μάτια για να δουν, να ακούσουν και να καταλάβουν, να είναι δίπλα σου σε αυτό τον δύσκολο αγώνα. Και αν έχετε τέτοιους ανθρώπους κρατήστε τους, τους υπόλοιπους κάντε τους μια παύση μέχρι να μπορέσετε να τους αντιμετωπίσετε κατάλληλα, με όποιον τρόπο.

  • Το να λέω για την πάθηση μου στους γύρω μου

Όταν μού έγινε η διάγνωση πριν 8 χρόνια, θυμάμαι ότι το είχα μοιραστεί μόνο με δυο άτομα. Παρ’ όλο που η συνειδητή και αγωνιστική φωνή μου έλεγε “Αναστασία, είναι μόνο μια νόσος όπως όλες οι υπόλοιπες, πες το”, είχα τρομερά μεγάλες αναστολές, γιατί ντρεπόμουν, γιατί ήλπιζα πως θα περάσει όποτε “έλα μωρέ σιγά μην πεις τίποτα θα ξεχαστεί”; Δεν ξέρω, πάντως δεν το έλεγα. Και για να πω και την αλήθεια, με την τόση μεγάλη παραπληροφόρηση γύρω από την OCD, ήμουν τόσο ψυχικά εξουθενωμένη, που μόνο ψυχοεκπαίδευση δεν είχα όρεξη να κάνω – στο κάτω κάτω 21ος αιώνας είναι, όποιος θέλει μπορεί να κάνει ένα google search αντί να κάθεται να βλέπει βιντεάκια στο τικ τοκ με τέλεια οργανωμένα ντουλάπια φαγητού και με χασταγκ #imsoocd. Και φυσικά, επειδή όπως και στους περισσότερους πάσχοντες, οι ιδεοληπτικές σκέψεις είναι “κακού” περιεχομένου, δεν μπορούσα να έρθω αντιμέτωπη με την αντίδραση “ναι, αλλά αν σκέφτηκες κάτι κακό για το σύντροφό σου μήπως πρέπει να χωρίσεις;”. TRIGGERED. Βέβαια από την άλλη αυτό θα ήταν η τέλεια έκθεση, αλλά δεν μπορούσα να τα κάνω όλα ταυτόχρονα – και ούτε τώρα μου είναι εύκολο. Πλέον όμως, δεν θα ντραπώ να το πω αν έρθει η συζήτηση, αν ακούσω ή διαβάσω κάτι παραπλανητικό σχετικά με τη νόσο, ή ακόμα και αν θέλω να προκαλέσω έκπληξη και να κάνω κάποιους να νιώσουν αμήχανα – πάντα μου άρεσε να το κάνω αυτό. Πολλοί άνθρωποι ανοίγουν το στόμα τους και λένε διαφορά μη σκεπτόμενοι πως ο συνομιλητής τους μπορεί να βρίσκεται σε μια θέση ή να βιώνει μία κατάσταση που δεν τους έχει περάσει ποτέ από το μυαλό. Οπότε ναι, παίρνω μεγάλη ευχαρίστηση όταν βλέπω την αντίδραση τους, και πού ξέρεις την επόμενη φορά ίσως σκεφτούν λίγο περισσότερο πριν μιλήσουν. Και φυσικά, δεν λέω πως όλοι οι άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές πρέπει να μιλούν γι’ αυτό και να παλεύουν 24/7 για την αποστιγματοποίηση, δεν είναι καθόλου εύκολο. Ο καθένας παίρνει τον χρόνο του και δρα όπως πιστεύει ότι είναι καλό για τον ίδιο. Αυτονόητο; Για τους περισσότερους ανθρώπους μπορεί, αλλά για εμάς με OCD τις περισσότερες φορές καθόλου. Γιατί όταν έχεις μια ολόκληρη κοινωνία να σου υπενθυμίζει συνεχώς το πόσο φταις εσύ για αυτό που σου συμβαίνει, μόνο εύκολο δεν είναι να εκτεθείς. Αλλά μέχρι να μπορούν όλοι να μιλήσουν ανοιχτά, θα υπάρχουν κάποιοι για να τους βοηθήσουν αν και εφόσον θελήσουν κάποια στιγμή να το κάνουν.