Tag Archive for: προσωπική μαρτυρία

Οι παιδικές μου αναμνήσεις μυρίζουν τηγανιτό αβγό και χλωρίνη. Στην κουζίνα υπήρχε πάντα η μυρωδιά του φαγητού ανακατεμένη με την έντονη μυρωδιά της απολύμανσης. Θυμάμαι τη μητέρα μου να τρίβει ασταμάτητα επιφάνειες, να αλλάζει σφουγγάρια συνέχεια και να μας υπενθυμίζει συνεχώς να πλένουμε τα χέρια μας. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: ο κόσμος είναι γεμάτος κινδύνους, κι αν θέλουμε να είμαστε ασφαλείς, πρέπει να είμαστε συνεχώς σε εγρήγορση.

Μεγαλώνοντας μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δεν είχα την αίσθηση ότι κάτι είναι υπερβολικό. Οι φοβίες δεν παρουσιάζονταν ως παράλογες αλλά ήταν ενσωματωμένες στην καθημερινότητα. Όταν ακούς ξανά και ξανά ότι οι επιφάνειες είναι βρώμικες, ότι τα μικρόβια καραδοκούν, ότι μπορείς να αρρωστήσεις από το παραμικρό, το εσωτερικεύεις. Μαθαίνεις να εμπιστεύεσαι περισσότερο τον φόβο παρά την εμπειρία σου.

Αυτό ακριβώς είναι και ένα από τα πιο ύπουλα χαρακτηριστικά της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ). Δεν έρχεται πάντα με έναν ξεκάθαρο τρόπο που σε κάνει να καταλαβαίνεις ότι κάτι «δεν πάει καλά». Στο διαδίκτυο αναφέρεται συχνά ότι οι ιδεοληψίες βιώνονται ως παράλογες και ξένες, ότι το άτομο συνήθως καταλαβαίνει πως δεν βγάζουν νόημα. Αυτό πράγματι συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις και είναι μια κλασική εικόνα που συναντά κανείς.

Όμως η δική μου εμπειρία, όπως και πολλών άλλων ανθρώπων, δείχνει ότι δεν είναι πάντα έτσι. Υπάρχουν και ιδεοληψίες που δεν μοιάζουν παράλογες. Αντίθετα, ταιριάζουν με τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο. Δεν τις βλέπεις σαν «σκέψεις που σου επιτίθενται», αλλά σαν μέρος της δικής σου λογικής. Όταν έχεις μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον που ενισχύει τους φόβους σου, αυτές οι ιδέες βρίσκουν έδαφος να παρουσιαστούν ως «φυσιολογικές ανησυχίες». Δεν αισθάνεσαι ότι σε κατακλύζει κάτι παράλογο ή υπερβολικό, αλλά ότι ακολουθείς έναν κανόνα που σε προστατεύει.

Αυτό έχει σοβαρή επίπτωση στη θεραπεία. Στις ιδεοληψίες που αναγνωρίζονται ως παράλογες, το άτομο βασανίζεται από τις σκέψεις του και συνήθως ζητά βοήθεια επειδή δεν αντέχει άλλο. Υπάρχει μια εσωτερική μάχη, μια αίσθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά» με το μυαλό, και αυτή η αναγνώριση γίνεται συχνά αφετηρία για αλλαγή. Όταν όμως οι ιδεοληψίες μοιάζουν απόλυτα λογικές, η δυσκολία βρίσκεται αλλού: δεν αναγνωρίζεις εύκολα ότι αυτό που ζεις είναι υπερβολή. Δεν θεωρείς ότι πρόκειται για σύμπτωμα αλλά αντίθετα, μπορεί να πιστεύεις ότι οι άλλοι είναι απρόσεκτοι, ότι εσύ είσαι ο μόνος που βλέπει την πραγματική απειλή.

Για πολλά χρόνια έβλεπα τη συμπεριφορά μου ως κάτι φυσιολογικό. Έπλενα τα χέρια μου ξανά και ξανά, καθάριζα το σπίτι ώρες ατελείωτες, απέφευγα να αγγίξω αντικείμενα που θεωρούσα «μολυσμένα». Δεν είχα την αίσθηση ότι με κυριεύει μια διαταραχή. Ένιωθα ότι είμαι απλώς πιο προσεκτικός από τους άλλους. Η αλήθεια είναι ότι η ΙΨΔ μπόρεσε να κρυφτεί πίσω από αυτήν τη φαινομενική λογικότητα.

Όταν ξεκίνησα θεραπεία, η αντίσταση ήταν μεγάλη. Δεν ήθελα να πιστέψω ότι όλα όσα έκανα ήταν αποτέλεσμα μιας ψυχικής διαταραχής. Η ιδέα ότι θα σταματούσα να καθαρίζω με τον τρόπο που είχα μάθει μού φαινόταν αδιανόητη. «Κι αν όντως μολυνθώ;», «κι αν οι άλλοι κάνουν λάθος και εγώ έχω δίκιο;». Αυτές οι σκέψεις δεν έμοιαζαν παράλογες, αλλά έμοιαζαν με λογικά επιχειρήματα. Και αυτή η πεποίθηση με έκανε να αμφισβητώ όχι μόνο τη θεραπεία, αλλά και την θεραπεύτριά μου.

Η αντίσταση στη θεραπεία είναι συχνό φαινόμενο σε περιπτώσεις όπου κυριαρχούν ιδέες που δεν φαίνονται υπερβολικές. Δεν είναι απλώς ότι φοβάσαι να εκτεθείς στις αγχωτικές καταστάσεις, αλλά ότι δεν βλέπεις τον λόγο να το κάνεις. Αν βαθιά μέσα σου πιστεύεις ότι οι σκέψεις σου αντανακλούν την πραγματικότητα, τότε γιατί να τις αμφισβητήσεις; Είναι σαν να σου ζητούν να αγνοήσεις την ίδια σου τη λογική.

Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να αποδεχτώ ότι η αλήθεια δεν ήταν αυτή που νόμιζα. Ότι οι κανόνες που ακολουθούσα δεν με προστάτευαν πραγματικά, αλλά με παγίδευαν. Ότι ο κόσμος δεν είναι τόσο επικίνδυνος όσο με έμαθαν να πιστεύω. Η θεραπεία δεν ήταν εύκολη. Κάθε βήμα προς την αλλαγή έμοιαζε με προδοσία προς τον ίδιο μου τον εαυτό. Αλλά σιγά σιγά κατάλαβα ότι το πραγματικό θάρρος δεν είναι να συνεχίζεις τις τελετουργίες σου, αλλά να σταματάς να τους δίνεις δύναμη.

Σήμερα ξέρω ότι η ΙΨΔ δεν έχει μόνο μία όψη. Οι ιδεοληψίες δεν είναι πάντα «παράλογες» στα μάτια αυτού που τις ζει αλλά κάποιες φορές μοιάζουν απολύτως λογικές. Και αυτές είναι οι πιο δύσκολες, γιατί αναγνωρίζονται πιο αργά και δημιουργούν μεγαλύτερη αντίσταση στη θεραπεία.

Το πιο σημαντικό που έμαθα είναι ότι, ακόμη κι αν στην αρχή δεν πιστεύεις ότι χρειάζεσαι βοήθεια, η θεραπεία μπορεί να σε βοηθήσει να δεις τον κόσμο διαφορετικά. Να καταλάβεις ότι η υπερβολή δεν είναι αλήθεια, αλλά σύμπτωμα. Και ότι υπάρχει ζωή πέρα από τον φόβο, ακόμη κι αν για χρόνια έμοιαζε να είναι το μόνο πράγμα που σε κρατούσε ασφαλή.

Επιστημονικό σχόλιο

Γράφει η Γκόλφω Λιαμάκη

Η παραπάνω εμπειρία αναδεικνύει μια λιγότερο γνωστή πλευρά της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής: ότι οι ιδεοληψίες δεν βιώνονται πάντα ως παράλογες, αλλά μπορεί να φαίνονται απολύτως λογικές. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διάγνωση καθυστερεί και η θεραπεία συναντά μεγαλύτερη αντίσταση.

Στη βιβλιογραφία, η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ) συχνά περιγράφεται ως μια κατάσταση όπου οι ιδεοληψίες βιώνονται ως παράλογες και ξένες προς το άτομο. Αυτό πράγματι ισχύει σε πολλές περιπτώσεις, αλλά δεν καλύπτει όλο το φάσμα της διαταραχής. Υπάρχουν και ιδεοληψίες που βιώνονται ως λογικές και απόλυτα ταιριαστές με τον τρόπο που το άτομο αντιλαμβάνεται τον κόσμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ΙΨΔ «κρύβεται» πίσω από τη φαινομενική κανονικότητα, με αποτέλεσμα η διάγνωση να καθυστερεί και η ίδια η διαταραχή να παγιώνεται.

Όταν οι σκέψεις και οι συμπεριφορές δεν φαίνονται υπερβολικές στο ίδιο το άτομο, η αναγνώριση του προβλήματος είναι πολύ πιο δύσκολη. Αυτό συχνά οδηγεί σε αντίσταση στη θεραπεία: το άτομο μπορεί να αμφισβητεί τον θεραπευτή, να θεωρεί ότι οι δικοί του φόβοι είναι δικαιολογημένοι ή να δυσκολεύεται να μπει στη διαδικασία της αλλαγής. Η θεραπεία τότε δεν ξεκινά από την «προφανή υπερβολή», αλλά από τη σταδιακή κατανόηση ότι αυτό που μοιάζει φυσιολογικό είναι στην πραγματικότητα σύμπτωμα.

Η ψυχοθεραπεία και ιδιαίτερα οι επιστημονικά τεκμηριωμένες μέθοδοι, όπως η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία με Έκθεση και Παρεμπόδιση Αντίδρασης (ΕμΠΑ), μπορεί να βοηθήσει το άτομο να αναγνωρίσει την υπερβολή, να μάθει να αμφισβητεί τον φόβο και να δοκιμάζει νέους τρόπους αντιμετώπισης χωρίς τις καταναγκαστικές συμπεριφορές. Παρότι η πορεία αυτή μπορεί να είναι πιο αργή και απαιτητική, τα αποτελέσματα είναι βαθιά απελευθερωτικά: το άτομο μαθαίνει να ξεχωρίζει την πραγματικότητα από τη διαστρεβλωμένη εικόνα που του υπαγορεύει η διαταραχή και να ξανακερδίζει χώρο για μια πιο ελεύθερη και πιο ποιοτική  ζωή.

Με την κατάλληλη θεραπεία, η ΙΨΔ δεν χρειάζεται να καθορίζει τη ζωή. Μπορεί να αντιμετωπιστεί και να αφήσει χώρο για όσα πραγματικά έχουν αξία.

Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή με έπιασε στον ύπνο – και μεταφορικά, και κυριολεκτικά.

Ήμουν 24 χρονών, έγκυος στο πρώτο μου παιδί, στον πέμπτο μήνα. Πετούσα από χαρά. Ανυπομονούσα να γίνω μητέρα και κάθε βράδυ ονειρευόμουν το μωρό μου. Ήταν μια περίοδος ευτυχίας, γεμάτη όνειρα και προσμονή. Ώσπου ένα βράδυ, ξύπνησα – όπως συνέβαινε συχνά τότε – και λίγο πριν ξανακοιμηθώ, μια σκοτεινή, αστραπιαία σκέψη πέρασε απ’ το μυαλό μου:

«Κι αν βλάψω το μωρό μου; Κι αν όλα καταστραφούν;»

Ήταν σαν ηλεκτροσόκ. Πάγωσα. Ένιωσα ότι κάτι ανείπωτο με είχε αγγίξει. Δεν ήξερα τι ήταν αυτό που σκέφτηκα. Δεν ήμουν εγώ. Και όμως, ήταν το δικό μου μυαλό που το είχε παράξει. Από εκείνη τη στιγμή, το μυαλό μου δεν ξαναγύρισε στην ησυχία.

Οι σκέψεις έγιναν καταιγίδα. Μέρες και νύχτες βασανιζόμουν από εικόνες και σενάρια για το πώς, άθελά μου ή ηθελημένα, θα μπορούσα να προκαλέσω κακό στο αγέννητο παιδί μου. Φοβόμουν τα χέρια μου, τα μαχαιροπίρουνα, το καυτό νερό, ακόμα και το περπάτημά μου – μην τυχόν και γλιστρήσω, μην τυχόν και πέσω πάνω στην κοιλιά μου επίτηδες. Έπαψα να εμπιστεύομαι τον ίδιο μου τον εαυτό.

Άρχισα να αποσύρομαι. Δεν μιλούσα. Δεν έτρωγα. Έχασα βάρος ενώ θα έπρεπε να παίρνω. Σκεφτόμουν ότι ίσως να ήταν καλύτερα να πεθάνω, παρά να διακινδυνεύσω τη ζωή του παιδιού μου.

Κανείς δεν ήξερε τι συμβαίνει. Ήταν 1978. Η ψυχική υγεία ήταν σχεδόν ταμπού. Οι δικοί μου με πήγαιναν σε παπάδες για να με «διαβάσουν», να φύγει το κακό πνεύμα. Κι εγώ ντρεπόμουν, σιωπούσα, υπέμενα.

Όταν τελικά γέννησα, περίμενα να ανακουφιστώ. Και όντως, οι σκέψεις για το μωρό υποχώρησαν σταδιακά. Όμως η ΙΨΔ δεν είχε τελειώσει. Είχε μόλις αρχίσει.

Οι σκέψεις άλλαξαν μορφή. Δεν περιορίζονταν πια μόνο στο δικό μου παιδί. Τώρα αφορούσαν οποιοδήποτε παιδί. Φοβόμουν ότι θα βλάψω ξένα παιδιά – στο πάρκο, στον δρόμο, σε κοινωνικές συναναστροφές. Έφτασα να αποφεύγω σπίτια φίλων που είχαν παιδιά. Δεν άντεχα ούτε τη σκέψη ότι θα βρεθώ δίπλα τους. Άρχισα να αποφεύγω ανθρώπους, μέρη, καταστάσεις, μέχρι που η ζωή μου έγινε ένας λαβύρινθος αποφυγής.

Κι ύστερα ήρθε ο μεγαλύτερος φόβος: «Κι αν τρελαθώ; Κι αν χάσω τον έλεγχο και κάνω κάτι τρομερό; Κι αν καταλήξω μόνη, σε κάποιο ψυχιατρείο;»

Αυτός ο φόβος με παρέλυσε. Ζούσα με τη βεβαιότητα ότι αργά ή γρήγορα θα χάσω τα λογικά μου και όλοι θα με εγκαταλείψουν. Πίστευα ότι είμαι επικίνδυνη. Ότι είμαι μόνη. Και κυρίως, πίστευα ότι δεν επιτρέπεται να το πω σε κανέναν.

Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι όλα αυτά είχαν μια ρίζα. Και η ρίζα αυτή ξεκινούσε πολύ πιο πίσω – όταν ήμουν μόλις πέντε χρονών.

Θυμάμαι καθαρά εκείνη τη μέρα. Έπαιζα στην αυλή με άλλα παιδιά και πέταξα μια πέτρα – όπως συχνά κάνουν τα παιδιά. Χτύπησα κατά λάθος ένα μικρό αγοράκι στο μάτι. Δεν το ήθελα. Δεν το περίμενα. Όταν οι γονείς του έφτασαν, με απείλησαν, με κατηγόρησαν. Με φώναζαν «επικίνδυνη». Έκλαιγα, έκρυβα το πρόσωπό μου. Για μέρες ήμουν κλειδωμένη στο σπίτι, μακριά απ’ όλους. Ένιωθα πως είχα κάνει κάτι τρομερό. Πως ήμουν κακιά. Κανείς δεν μου εξήγησε τότε τι σημαίνει λάθος, τι σημαίνει ατύχημα, τι σημαίνει συγχώρεση.

Αυτό το παιδί έμεινε μέσα μου – και κάθε φορά που μια σκέψη τρόμου ερχόταν, ήταν σαν να με έπιανε εκείνη η ίδια, παιδική φωνή:
«Θα το ξανακάνεις. Είσαι επικίνδυνη. Πρόσεξε.»

Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες μέχρι να μάθω το όνομα αυτού που με βασάνιζε:  Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή.

Και μαζί με αυτό, να αρχίσει το δικό μου ταξίδι προς την κατανόηση, τη θεραπεία και – σιγά σιγά – την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στον εαυτό μου.


Επιστημονικό σχόλιο

Γράφει η Γκόλφω Λιαμάκη

Η μαρτυρία αυτή αναδεικνύει με ιδιαίτερη ευκρίνεια μια από τις λιγότερο αναγνωρισμένες εκφάνσεις της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ): τις ιδεοληψίες σχετιζόμενες με πρόκληση βλάβης, ειδικά στο πλαίσιο της εγκυμοσύνης και της μητρότητας. Οι σκέψεις αυτές δεν συνιστούν πραγματική πρόθεση ή επιθυμία για επιθετική πράξη. Αντιθέτως, βιώνονται ως ακούσιες, ανεπιθύμητες και αποκρουστικές, προκαλώντας έντονο άγχος και συναισθηματική δυσφορία, λόγω της ασυμφωνίας τους με τις προσωπικές αξίες και την ταυτότητα του ατόμου.

Σε αρκετές περιπτώσεις, η θεματική των ιδεοληψιών επεκτείνεται και σε άλλους πληθυσμούς (όπως ξένα παιδιά), οδηγώντας σε γενίκευση των φόβων και, κατ’ επέκταση, σε εκτεταμένες συμπεριφορές αποφυγής, οι οποίες περιορίζουν σημαντικά τη λειτουργικότητα του ατόμου. Παράλληλα, η εμφάνιση του φόβου απώλειας ελέγχου ή “τρέλας” αποτελεί συχνό σύμπτωμα, χωρίς ωστόσο να υποδηλώνει ψυχωσική διαταραχή, καθώς το άτομο διατηρεί την επίγνωση της παράλογης φύσης των σκέψεων του και επιχειρεί να τις καταπνίξει.

Στην παρούσα μαρτυρία διαφαίνεται και η πιθανή συνεισφορά πρώιμου ψυχικού τραύματος στη διαμόρφωση της ψυχοπαθολογίας: ένα παιδικό ατύχημα, που συνδέθηκε με υπερβολική ενοχή, απειλή και κοινωνική απομόνωση, μπορεί να ενισχύσει το αίσθημα υπερβολικής ευθύνης και υπέρμετρης ανάγκης για έλεγχο, τα οποία αποτελούν γνωστά χαρακτηριστικά της ΙΨΔ.

Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή είναι μια νευροψυχιατρική διαταραχή με ισχυρό βιολογικό υπόβαθρο, η οποία ανταποκρίνεται καλά στη Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία με Έκθεση και Παρεμπόδιση των Καταναγκασμών (ERP), καθώς και, σε αρκετές περιπτώσεις, στη φαρμακευτική αγωγή με SSRIs.

Η έγκαιρη διάγνωση, η αποστιγματοποίηση και η πρόσβαση σε εξειδικευμένη θεραπεία αποτελούν καθοριστικές παραμέτρους για την αποκατάσταση της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής των πασχόντων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και η μαρτυρία αναφέρεται σε εμπειρία εγκύου γυναίκας, η ΙΨΔ με ιδεοληψίες σχετιζόμενες με πρόκληση βλάβης μπορεί να εμφανιστεί και σε άνδρες, συμπεριλαμβανομένων νέων πατέρων.

Ανώνυμη μαρτυρία

Είμαι 19 ετών. Από έξω φαίνομαι φυσιολογικός. Ήσυχος, ευγενικός. Μα μέσα μου ζω καθημερινά έναν πόλεμο. Όχι με άλλους. Με το ίδιο μου το μυαλό. Φοβάμαι πως κάτι — μια ουσία, ένα αντικείμενο, ακόμα και μια σκέψη — μπορεί να εισβάλει στον εγκέφαλό μου και να με αλλάξει. Όχι να με αρρωστήσει. Να με αλλοιώσει. Να πάψω να είμαι ο εαυτός μου.

Όλα ξεκίνησαν σιγά-σιγά. Ένιωθα ότι αν αγγίξω κάτι που προέρχεται από την Κίνα, κάτι κακό θα περάσει μέσα μου. Όχι κάτι μολυσματικό όπως ένα μικρόβιο, αλλά κάτι άυλο, μια «ενέργεια», μια επιρροή που θα μετατρέψει τη σκέψη μου. Άρχισα να αποφεύγω αντικείμενα, ρούχα, ηλεκτρονικές συσκευές. Στην αρχή έψαχνα απλώς ετικέτες. Μετά άρχισα να περνάω ατελείωτες ώρες στο ίντερνετ, να παίρνω τηλέφωνα σε εταιρείες, να ρωτάω για την προέλευση των υλικών. Έπρεπε να ξέρω ακριβώς από πού προέρχεται το καθετί.

Αν δεν είμαι σίγουρος, δεν μπορώ να το χρησιμοποιήσω. Αν το αγγίξω, πρέπει να πλύνω τα χέρια μου, να τα απολυμάνω με οινόπνευμα πριν κάνω οτιδήποτε άλλο — ειδικά αν πρόκειται να αγγίξω το κεφάλι μου. Το κεφάλι είναι η πύλη για τον νου, και ο νους… είναι το πιο εύθραυστο κομμάτι μου.

Με τρομάζει η κάνναβη. Όχι η ιδέα να τη δοκιμάσω — αυτό δεν θα το έκανα ποτέ. Με τρομάζει η ιδέα ότι ίσως την εισπνεύσω άθελά μου. Αν περάσω κοντά από κάποιον που φαίνεται «ύποπτος», αλλάζω πεζοδρόμιο. Κρατάω την αναπνοή μου, δεν εισπνέω από το στόμα. Έχω μιλήσει με αγνώστους στον δρόμο μόνο και μόνο για να τους «ανακρίνω» διακριτικά. Θέλω να μάθω αν ήταν υπό την επήρεια. Μήπως εγώ εκτέθηκα. Μήπως κάτι πέρασε μέσα μου και με επηρεάζει ήδη.

Το ίδιο φοβάμαι με την ακτινοβολία: Wi-Fi, κινητά, δίκτυα. Όχι για αρρώστιες. Για τον εγκέφαλό μου. Μήπως αλλοιώσουν τη σκέψη μου χωρίς να το καταλάβω. Μήπως καταστραφεί κάτι στη σκέψη. Και δεν θα μπορώ πια να σκεφτώ όπως παλιά.

Μια άλλη φοβία που με κυνηγάει είναι η μόλυνση από παράσιτα, όπως η ταινία (tapeworm). Δεν με τρομάζει τόσο η αρρώστια. Με τρομάζει η ιδέα ότι, αν αυτό το πράγμα φτάσει στον εγκέφαλό μου, θα χαλάσει κάτι βαθύτερο — το ποιος είμαι.

Υπήρξαν μέρες — πολλές μέρες — που δεν έβγαινα καθόλου από το σπίτι. Ούτε τα παράθυρα δεν άνοιγα. Φοβόμουν ότι ο αέρας μπορεί να κουβαλάει κάτι βλαβερό. Ένιωθα πως ο μόνος τρόπος να προστατέψω το μυαλό μου ήταν να απομονωθώ τελείως. Κι έτσι, έμεινα μέσα. Κι όσο νόμιζα ότι προφυλάσσομαι, τόσο έχανα την επαφή με τον κόσμο. Και με τον εαυτό μου.

Αλλά και όταν έβγαινα, δεν ησύχαζα. Το σώμα μου ήταν έξω, αλλά το μυαλό μου έκανε ελέγχους. Αναδρομές. Εσωτερικά τεστ. «Σκέφτομαι όπως πριν; Νιώθω αλλιώς; Έχω χάσει κάτι; Έχω αλλάξει;» Αφιερώνω πολλές ώρες καθημερινά σε αυτό: στο να αναλύω, να συγκρίνω, να εξετάζω αν είμαι ακόμα εγώ. Και όσο ψάχνω, τόσο περισσότερο νιώθω ότι χάνομαι.

Μέχρι που κάποιος μου έδωσε το πιο λυτρωτικό πράγμα: ένα όνομα. Mental contamination. Νοητική μόλυνση. Μια μορφή Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής.

Και ξεκίνησα θεραπεία.

Εκεί έμαθα ότι δεν μπορώ να είμαι σίγουρος για τα πάντα. Δεν μπορώ να αποδείξω ότι δεν με επηρέασε κάτι. Δεν χρειάζεται να «διορθώνω» κάθε φόβο. Έμαθα ότι μπορώ να νιώθω αβεβαιότητα και να προχωρώ παράλληλα με αυτήν. Δεν είναι εύκολο. Κάθε φορά που δεν ελέγχω, νιώθω έκθετος. Αλλά κάθε φορά που αντέχω, επιστρέφει ένα μικρό κομμάτι από μένα. Δεν έχω φτάσει ακόμα εκεί που θέλω. Αλλά για πρώτη φορά πιστεύω ότι μπορώ να φτάσω.

Επιστημονικό Σχόλιο

από τη Γκόλφω Λιαμάκη, Κλινική Ψυχολόγο – Ειδικευμένη στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή

Η παραπάνω αφήγηση είναι μια αντιπροσωπευτική αλλά σπάνια ακουσμένη περιγραφή ενός υποτύπου της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ), που αποκαλείται νοητική μόλυνση (mental contamination). Σε αυτή τη μορφή της διαταραχής, το άτομο δεν φοβάται τη σωματική βλάβη ή τη μετάδοση μικροβίων, αλλά μια πιο άυλη, ψυχική ή νοητική «μόλυνση» — την απειλή ότι κάτι θα αλλοιώσει τον εσωτερικό του κόσμο: τις σκέψεις, τα συναισθήματα, την ταυτότητά του.

Οι «μολυσματικοί παράγοντες» δεν είναι πάντα υλικά — συχνά είναι άυλοι ή συμβολικοί: ένα άτομο που θεωρείται «επικίνδυνο», μια ιδέα, ακόμη και η ανάμνηση ενός γεγονότος. Η απειλή βιώνεται έντονα και πυροδοτεί έντονο άγχος, που το άτομο προσπαθεί να καταπραΰνει μέσα από:

  • αποφυγές (δεν πλησιάζει μέρη, αντικείμενα, ανθρώπους),

  • καταναγκασμούς (καθαρισμός, απολύμανση, επανεξέταση σκέψεων, διαβεβαιώσεις),

  • και κυρίως, νοητικούς ελέγχους (αναλύσεις για το αν “αλλοιώθηκε”, συγκρίσεις με τον «παλιό του εαυτό», συνεχής έλεγχος για αλλαγές στη σκέψη ή στο συναίσθημα).

Αυτό το είδος ΙΨΔ συχνά παρεξηγείται ή δεν αναγνωρίζεται, τόσο από το ίδιο το άτομο όσο και από το περιβάλλον του. Πολλοί νιώθουν ντροπή, σύγχυση ή αδυναμία να εξηγήσουν τι ακριβώς βιώνουν. Για τον λόγο αυτό, η έγκαιρη διάγνωση και εξειδικευμένη κατανόηση είναι κρίσιμες.

Η θεραπεία πρώτης γραμμής για την ΙΨΔ, ανεξαρτήτως υποτύπου, είναι η Έκθεση και Παρεμπόδιση της Αντίδρασης (ΕμΠΑ), μια δομημένη και τεκμηριωμένη μέθοδος της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας. Στην περίπτωση της νοητικής μόλυνσης, η έκθεση περιλαμβάνει:

🔸 το να αγγίζει ή να πλησιάζει «επικίνδυνα» αντικείμενα, μέρη ή ανθρώπους χωρίς να προβαίνει σε καταναγκασμούς διαβεβαίωσης ή καθησυχασμού
🔸 να επιτρέπει στην αβεβαιότητα να υπάρχει, χωρίς να προσπαθεί να βεβαιωθεί πως «δεν άλλαξε».

Η συμμετοχή σε θεραπεία με επαγγελματία που έχει εξειδίκευση στην ΙΨΔ είναι απαραίτητη για να υπάρξει πρόοδος.

Συμπερασματικά

Η νοητική μόλυνση είναι μια υποαναγνωρισμένη μορφή ΙΨΔ που μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργικότητα και στην ποιότητα ζωής. Ωστόσο, είναι πλήρως αντιμετωπίσιμη μέσω εξειδικευμένης θεραπείας. Η έγκαιρη αναγνώριση και παρέμβαση μειώνουν το βάρος των συμπτωμάτων και βελτιώνουν την πρόγνωση.

Γράφει η Δήμητρα Σ.

Επιμελείται η Γκόλφω Λιαμάκη

Πάσχω από OCD τα τελευταία δέκα χρόνια. Η επίσημη διάγνωση, βέβαια, ήρθε μόλις πριν από τέσσερα. Είμαι 30 χρονών και κάνω ψυχοθεραπεία από τα 15 μου. Τα τελευταία δύο χρόνια ξεκίνησα ψυχοθεραπεία στοχευμένα μόνο για το OCD. Ξέροντας πλέον τα συμπτώματα του OCD, συνειδητοποιώ ότι πολλά από αυτά που θεωρούσα ανασφάλειες, κόμπλεξ, κατάθλιψη κ.τ.λ., εν τέλει ήταν OCD σε ένα πιο άγουρο στάδιο. Αλλά τότε, ενστικτωδώς, τα προσπερνούσα και δεν έδινα τόσο τροφή στους καταναγκασμούς και στις ιδεοληψίες μου — ή τουλάχιστον δεν περιοριζόταν η ζωή μου τόσο όσο αργότερα.

Το πιο παράδοξο με τη δική μου ιστορία είναι ότι συνειδητοποίησα πόσο πολύ με έχει αλλάξει το OCD. Είναι σαν να έχει χωριστεί η ζωή μου στα δύο: πριν εμφανιστούν οι καταναγκασμοί — νοεροί ή πρακτικοί — και μετά.  Μέχρι τα 20 ήμουν μια έφηβη που ζούσε έντονα, ριψοκίνδυνα. Έπαιρνα ρίσκα, ακόμα κι αν φοβόμουν. Είχα παραβατικές συμπεριφορές, ταξίδευα παρόλο το άγχος, πήγαινα σε μέρη επικίνδυνα, όπου υπήρχαν αντικειμενικοί λόγοι να φοβάσαι. Στα 18 ταξίδεψα στην Ινδία — μια χώρα δύσκολη, με σοβαρούς υγειονομικούς κινδύνους. Ήμουν για μεγάλο διάστημα με δηλητηρίαση, αλλά δεν πτοούμουν· δεν σκεφτόμουν καν ότι μπορεί να είναι απειλητικό για τη ζωή μου. Συνέχιζα το ταξίδι μου. Δεν ζητούσα διαρκώς την έγκριση των γονιών μου, ούτε κυνηγούσα τη διαρκή επιβεβαίωση. Φυσικά και τότε υπήρχαν προβλήματα, και η ψυχοθεραπεία με είχε ήδη βοηθήσει πολύ. Αλλά εδώ αναφέρομαι μόνο στο κομμάτι του OCD. Όταν τα σκέφτομαι όλα αυτά, με δυσκολία πιστεύω ότι ήμουν εγώ. Δεν τα αναφέρω για να πω ότι η ακραία συμπεριφορά ή η χρήση ουσιών είναι δείγμα ελευθερίας — κάθε άλλο — αλλά για να δείξω πόσο διαφορετικός ήταν ο εαυτός μου πριν το OCD γίνει κυρίαρχο. Τα τελευταία δέκα χρόνια, ζω μέσα στις ιδεοληψίες και τους καταναγκασμούς. Αν αρχίσω να τους απαριθμώ, το κείμενο δεν θα τελειώσει ποτέ. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω ότι έχω έναν υπερβολικό φόβο ως προς την αρρώστια — είτε ψυχική είτε σωματική. Πανικοβάλλομαι ακόμα και με μια γρατζουνιά, ζητάω διαρκώς επιβεβαίωση από γιατρούς, γονείς, σύντροφο, φίλους. Δυσκολεύομαι να φάω από κοινά πιάτα σε φιλικά τραπέζια, αν κάποιος έχει ακουμπήσει το πιρούνι του. Φοβάμαι μην κολλήσω AIDS, ανεμοβλογιά, γρίπη, έρπη — οποιαδήποτε αρρώστια. Φοβάμαι ακόμη και το ίδιο μου το άγχος, γιατί νιώθω πως με αρρωσταίνει — κι έτσι προσπαθώ να το «ελέγξω» με κάθε τρόπο. Ζω φοβικά. Κατά περιόδους τρώω υπερβολικά υγιεινά και απαγορεύω στον εαυτό μου τροφές που ίσως επιδεινώσουν κάποια αυτοάνοσα που έχω — αλλά σε σημείο πέραν του φυσιολογικού. Ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι ο φόβος της αρρώστιας. Ένα άλλο, εξίσου επώδυνο, είναι οι ιδεοληψίες με ταμπού περιεχόμενο. Φοβάμαι ότι μπορεί να βλάψω τους ανθρώπους που αγαπώ — είτε ψυχολογικά είτε σεξουαλικά — ότι είμαι επικίνδυνη, ότι είμαι ανειλικρινής, κι άλλα πολλά. Ζω καθημερινά υπό το κράτος του φόβου — όπως οι περισσότεροι άνθρωποι που παλεύουν με το OCD. Έχω χάσει όμορφες στιγμές με φίλους, σχέση, οικογένεια, σκεπτόμενη διάφορες ιδεοληψίες και κάνοντας κυρίως νοερούς καταναγκασμούς. Έχω κάτσει κάτω από την κουβέρτα, κλεισμένη στο σπίτι, επί μήνες, νιώθοντας ένοχη και ανήμπορη να αποδεχτώ ότι μπορεί να έκανα κάτι κακό. Αυτά και άλλες αμέτρητες ιστορίες που με τραυμάτισαν, και το OCD έγινε θηρίο και πήρε τον έλεγχο της ζωής μου!

Αυτό που συνειδητοποιώ όλο και πιο καθαρά είναι ότι, κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων, το OCD αλλοίωσε την προσωπικότητά μου. Πράγματα που άλλοτε έκανα με θάρρος, τώρα μου φαίνονται αδιανόητα — σχεδόν απίθανο να τα έχω κάνει εγώ! Δεν σημαίνει ότι θέλω να επιστρέψω σε μια απερίσκεπτη, ανώριμη εφηβεία. Αλλά μου έχουν λείψει κάποια στοιχεία που τα θεωρώ πολύ αναγκαία: η ξεγνοιασιά, η αίσθηση της δύναμης, η ικανότητα να αποδέχομαι την αβεβαιότητα χωρίς δεύτερη σκέψη. Το OCD, πέρα από τον ψυχικό πόνο που μου προκαλεί, νιώθω ότι μου«έκλεψε» τη δύναμή μου, την αυτοπεποίθησή μου, την αποφασιστικότητά μου, τη χαρά του να ζω ελεύθερα. Έχω ανάγκη από διασφάλιση, από καθησυχασμό. Χρειάζομαι διαρκώς τη γνώμη των άλλων. Γίνομαι ένα μικρό κοριτσάκι που χρειάζεται τη μαμά του για να νιώσει ασφαλές — ακόμα και για να πάρει μια απόφαση. Είναι εξαντλητικό. Για μένα, αλλά και για τους δικούς μου ανθρώπους. Όταν όμως ακολουθώ τη θεραπεία — όταν εφαρμόζω την τεχνική της έκθεσης και της παρεμπόδισης των καταναγκασμών, όταν αποδέχομαι την αβεβαιότητα — νιώθω ότι, σιγά σιγά, ξαναβρίσκω στοιχεία του παλιού μου εαυτού. Ότι ανακτώ τη δύναμή μου. Ότι κάνω ένα βήμα πιο κοντά στην ελευθερία.

Τα τελευταία δύο χρόνια της θεραπείας μου για το OCD μού έχουν δώσει ελπίδα, και θεωρώ ότι βρίσκω το θάρρος να κάνω τα βήματα που χρειάζονται για να το αντιμετωπίσω. Ξέρω πως έχω δρόμο μπροστά μου. Ξέρω πως δεν επέλεξα την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και προσπαθώ να μην με μαστιγώνω όταν δεν πετυχαίνω κάτι! Ο αγώνας είναι δύσκολος, με πολλά πισωγυρίσματα, και απαιτεί θάρρος και πειθαρχία. Νιώθω όμως πως, κατά βάθος, όλοι οι πάσχοντες ξέρουμε ότι όσο προσεκτικοί κι αν είμαστε, όσα μέτρα προφύλαξης κι αν πάρουμε, η ζωή είναι τελείως τυχαία και απρόβλεπτη έτσι κι αλλιώς.

Θέλω να πιστεύω πως το κίνητρό μου για μια ελεύθερη ζωή είναι ισχυρότερο από το OCD. Θέλω να ταξιδέψω όσο περισσότερο μπορώ, ακόμα και σε “επικίνδυνα” μέρη. Θέλω να φάω κοτόπουλο, κι ας υπάρχει 5% πιθανότητα να πάθω σαλμονέλα. Θέλω να πάρω μια απόφαση μόνη μου — κι ας αποδειχτεί ότι ήταν λάθος. Θέλω να είμαι παρούσα στη ζωή μου, στο εδώ και τώρα. Θέλω να μπορώ να αντιμετωπίζω τον φόβο με ψυχραιμία και να μην του επιτρέψω να κλέψει για πάντα αυτή τη θαρραλέα έφηβη!

Γράφει η Ιωάννα Ν.

Επιμελείται επιστημονικά η Γκόλφω Λιαμάκη

Οι περισσότεροι συμφωνούμε πως τα ταξίδια μάς χαρίζουν τις πιο όμορφες εμπειρίες και αναμνήσεις καθώς και την ευκαιρία να γνωρίσουμε  νέα μέρη, ανθρώπους και κουλτούρες, προσφέροντας μας μεγάλη ευχαρίστηση. Ωστόσο στις περιπτώσεις των ατόμων που πάσχουν από Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ), η πραγματοποίηση ενός ταξιδιού μπορεί να αποτελέσει μια εξαιρετικά αγχώδη διαδικασία. Αυτό συμβαίνει διότι το άτομο εγκαταλείπει τη γνώριμη «ζώνη ασφαλείας» του και νιώθει ότι εκτίθεται σε διάφορους πιθανούς κινδύνους που γεννάει κάθε άγνωστη κατάσταση. Αυτόματα οι ιδεοληψίες του αυξάνονται, το ίδιο και οι καταναγκασμοί.

 Ο προσωπικός μου αγώνας με την ΙΨΔ, από την οποία πάσχω εδώ και περίπου δεκαεφτά χρόνια, ενώ διαγνώστηκα το τελευταίο μόλις εξάμηνο, με εμποδίζει εδώ και πολλά χρόνια να ακολουθήσω ένα από τα όνειρα μου και να γνωρίσω όσα περισσότερο μέρη μπορώ. Στο άκουσμα και μόνο μιας εξόρμησης, τα συναισθήματα μου είναι ανάμικτα, περιλαμβάνοντας τον ενθουσιασμό και την ανυπομονησία στο ίδιο ποσοστό με τον φόβο και την αβεβαιότητα. Ενθουσιασμός για όλες τις περιπέτειες που πρόκειται να ακολουθήσουν και φόβος ότι καμία από αυτές δεν θα έχει αίσια έκβαση.

Με αφορμή το πρόσφατο ταξίδι μου στη Ρώμη και δουλεύοντας παράλληλα στην καταπολέμηση της ΙΨΔ, συνειδητοποίησα αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα γι’ αυτή που με βοήθησαν να την αντιμετωπίζω καλύτερα. Αυτό όμως που κατάλαβα και που με βοήθησε περισσότερο είναι ότι όλες οι ιδεοληψίες που βιώνω, αν και επιφανειακά δείχνουν να είναι διαφορετικές μεταξύ τους, στην πραγματικότητα σχετίζονται με τον φόβο της απώλειας ελέγχου του εαυτού μου ή της τρέλας, λόγω κάποιου οδυνηρού περιστατικού που ίσως μου συμβεί, και δεν θα δύναμαι να το διαχειριστώ. Αυτά τα περιστατικά μπορεί να είναι ένα αυτοκινητιστικό ή αεροπορικό ατύχημα, η εύρεση απαγορευμένων αντικειμένων (ουσιών) κατά τον έλεγχο του αεροδρομίου, που κάποιος ίσως να έβαλε στις αποσκευές μου εν αγνοία μου, η πρόκληση κάποιας αλλεργίας από τρόφιμα ή η απώλεια του αυτοελέγχου μου εν ώρα πτήσης  (η σκέψη ότι θα φωνάξω αυθόρμητα, θα τρέξω, θα θελήσω να αποβιβαστώ επειγόντως) καθώς και άλλα αναρίθμητα σενάρια που μπορεί να με οδηγήσουν στην απώλεια ελέγχου των αντιδράσεων μου και στην τρέλα που γεννάει το μυαλό μου. Εν ολίγοις, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη, όλες δηλαδή οι ιδεοληψίες μου, ανεξάρτητα από το ποια είναι η αφετηρία, αφορούν τον φόβο της τρέλας, οδηγούν δηλαδή στον ίδιο προορισμό.  

Ενώ λοιπόν πίστευα ότι είχα να «πολεμήσω» ενάντια σε πολλά διαφορετικά δεινά, στην πραγματικότητα κατάλαβα ότι ο κύριος και ισχυρότερος φόβος μου είναι μονάχα ένας, που όμως παίρνει ποίκιλλες επιφανειακές μορφές αλλά και διάφορες εκφάνσεις στην καθημερινότητά μου. Αυτή η συνειδητοποίηση μπορώ να πω ότι ήταν ιδιαίτερα ανακουφιστική και κατά κάποιο τρόπο απλοποίησε τη χαοτική κατάσταση που επικρατούσε στο μυαλό μου-αλλά στο μυαλό όλων των πασχόντων με ΙΨΔ- και μου έδωσε κουράγιο και δύναμη να συνεχίσω να αντιμετωπίζω τη διαταραχή.

Οι ιδεοληψίες μου μού δημιουργούν έντονο άγχος με αποτέλεσμα να λαμβάνω αυξημένα-και στην πραγματικότητα αχρείαστα- μέτρα προς αποφυγή των υποτιθέμενων κινδύνων που θα με οδηγήσουν στην τρέλα. Τα μέτρα αυτά προφανώς αναφέρονται στην τέλεση καταναγκασμών αλλά και στην αποφυγή διαφόρων δήθεν απειλητικών καταστάσεων. Αναφορικά με την περίπτωση των ταξιδιών, οι καταναγκασμοί μου αφορούν εντατικό πλύσιμο χεριών, αποφυγή δήθεν ριψοκίνδυνων δραστηριοτήτων που μπορεί να με αναστατώσουν, αμέτρητοι επανέλεγχοι, αποφυγή κατανάλωσης τροφίμων και ποτών που δε γνωρίζω, τελετουργικές πράξεις, όπως παραδείγματος χάρη, συγκεκριμένη ενδυμασία κατά το ταξίδι ή συχνή προσευχή. Όλα τα παραπάνω μού στερούν την ανεμελιά, την απόλαυση, την ελευθερία αλλά και την ευελιξία και με δυσκολεύουν συναισθηματικά και πρακτικά και εμένα αλλά και τους συνταξιδιώτες μου.

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια και παρά τις έντονες ανησυχίες μου καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια να ταξιδεύω όσο γίνεται περισσότερο. Πιστεύω ότι το οφείλουμε στον εαυτό μας να μην αφήνουμε την ΙΨΔ να μας νικήσει και να μας στερήσει αξιοσημείωτες στιγμές και αναμνήσεις. Αν λοιπόν και για εσάς, τα ταξίδια είναι ένας πολύ σημαντικός τομέας στη ζωή σας αλλά πάσχετε από ΙΨΔ, δεν θα πρέπει να την αφήνετε σε καμία περίπτωση να σας κρατά αιχμάλωτους και παρά τα εμπόδια που σας βάζει, να πραγματοποιείτε τα όνειρα σας. Τολμήστε αυτό το «επικίνδυνο» ταξίδι που τόσο επιθυμείτε, πάρτε ρίσκα, πηγαίνετε κόντρα σε αυτό που σας λένε οι ιδεοληψίες σας, προσπαθήστε να δίνετε μια πιο θετική ερμηνεία σε κάποια γεγονότα και αποδεχτείτε το μεγάλο δώρο της περιπέτειας που κρύβεται μέσα στο μη γνώριμο. Όπλα σας να είναι η ατομική σας προσπάθεια σε συνδυασμό με την εξειδικευμένη θεραπεία από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Εξάλλου πίσω από όλα αυτά που φοβόμαστε κρύβονται όλα αυτά που επιθυμούμε. Keep calm and keep travelling to freedom λοιπόν.