Για ποιο λόγο ένα άτομο με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή αρνείται να δεχθεί ψυχολογική θεραπεία;
Αν και τα περισσότερα άτομα με τη διαταραχή που αρνούνται να δεχθούν ψυχολογική βοήθεια επιθυμούν στην πραγματικότητα να θεραπευτούν, οι λόγοι που αρνούνται να δεχθούν ψυχολογική θεραπεία είναι συνήθως πολλοί. Ένας από τους λόγους αυτούς είναι ότι πολλά άτομα με τη διαταραχή δεν είναι διατεθειμένα να υποστούν την έντονη συναισθηματική δυσφορία και το άγχος που πυροδοτεί η αντιμετώπιση των φόβων τους. Είναι γεγονός ότι η ψυχολογική θεραπεία για την Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (δηλαδή η Έκθεση με Παρεμπόδιση της Αντίδρασης) είναι μία συναισθηματικά επίπονη και κοπιαστική διαδικασία για τον θεραπευόμενο, ακόμη και για αυτόν που έχει υψηλό κίνητρο και δουλεύει σκληρά μέσα στη θεραπεία του, αφού απαιτεί από αυτόν να έρθει αντιμέτωπος με τους χειρότερους φόβους του και μάλιστα χωρίς καμία ασπίδα προστασίας (χωρίς δηλαδή την εκτέλεση των καταναγκασμών). Αυτός είναι εξάλλου ένας από τους συχνότερους λόγους πρόωρης διακοπής της ψυχολογικής θεραπείας από τα άτομα με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή.
Τι μπορεί να κάνει η οικογένεια όταν ένα (ενήλικο) άτομο με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή αρνείται να δεχθεί θεραπεία;
Αν και είναι εξαιρετικά επώδυνο να βλέπει κανείς τον άνθρωπό του να χάνεται εξαιτίας μιας ψυχικής διαταραχής, η οποία μάλιστα στις περισσότερες περιπτώσεις θεραπεύεται, η δυσάρεστη αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που να μπορεί κανείς να κάνει όταν ένα (ενήλικο) άτομο δεν δείχνει καμία απολύτως προθυμία να ξεκινήσει θεραπεία.
Τι επιλογές έχει η οικογένεια σε τέτοιες περιπτώσεις;
Πολλοί συγγενείς και φίλοι δυσκολεύονται να δεχτούν ότι δεν μπορούν να πείσουν τον άνθρωπό τους να δεχτεί ψυχολογική θεραπεία. Νιώθουν ότι δεν έχουν κάνει αρκετά και ότι αν προσπαθήσουν περισσότερο θα τα καταφέρουν. Όταν οι παραινέσεις τους αποτύχουν, κάποιοι καταφεύγουν στον θυμό και την τιμωρία, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες θεωρούν ότι το άτομο σκόπιμα παραμένει άρρωστο. Αν όμως ένα άτομο με τη διαταραχή αρνείται τη ψυχολογική θεραπεία αλλά υπό το καθεστώς απειλών ή ενοχών εξαναγκάζεται σε αυτήν είναι αναμενόμενο η προσπάθεια αυτή να μην έχει κανένα απολύτως αποτέλεσμα, αλλά αντίθετα να παγιώσει την άρνησή του για μελλοντική θεραπεία. Ακόμη όμως και οι πιο ήπιες και υπομονετικές προσεγγίσεις δεν έχουν συνήθως κανένα αποτέλεσμα, αν το άτομο αρνείται ή νιώθει ανέτοιμο.
Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν φαίνεται να απομένουν πολλές επιλογές στους συγγενείς παρά μόνο η απεμπλοκή τους από τον πάσχοντα και η εστίασή τους στη δική τους ζωή. Πολλοί ίσως χρειαστούν τη βοήθεια ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας με ειδίκευση στη ψυχολογική θεραπεία της διαταραχής για να το κάνουν αυτό, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες έχουν προηγηθεί πολλά χρόνια υπερεμπλοκής με τα συμπτώματα του πάσχοντα, όπως συνήθως συμβαίνει. Ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας μπορεί να βοηθήσει τους συγγενείς να απεμπλακούν από τα συμπτώματα του πάσχοντα χωρίς αίσθημα ενοχής, να σταματήσουν να παρέχουν βοήθεια στις τελετουργίες του και να μην απαντούν στις ερωτήσεις καθησυχασμού που τους απευθύνει. Γενικά, οι συγγενείς θα πρέπει να πάψουν να διευκολύνουν τον πάσχοντα και να αισθάνονται υπερβολικά υπεύθυνοι για αυτόν (εκτός και αν πρόκειται για παιδί). Αυτή είναι μια πολύ δύσκολη απόφαση να πάρει κανείς, πόσο δε μάλλον να την εφαρμόσει, ιδιαίτερα στη ελληνική κοινωνία με τους πολύ στενούς, και όχι πάντα υγιείς, οικογενειακούς δεσμούς. Σε αυτή την απόφαση ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας μπορεί να βοηθήσει, αν εστιάσει την ψυχοεκπαίδευσή στον ρόλο που έχει η οικογένεια στην εδραίωση και τη διατήρηση του φαύλου κύκλου της διαταραχής. Μπορεί ακόμη να δώσει οδηγίες στους συγγενείς σχετικά με το πώς να αντιμετωπίσουν τον θυμό και τη δυσαρέσκεια του πάσχοντα καθώς και τυχόν απόπειρες χειρισμού τους. Στον ίδιο τον πάσχοντα ο ειδικός μπορεί να εξηγήσει τους λόγους που λαμβάνεται μια τέτοια απόφαση, χωρίς να την κάνει να μοιάζει με τιμωρία. Μια τέτοια απόφαση, ιδιαίτερα αν είναι οριστική και αμετάκλητη, μπορεί να οδηγήσει κάποια άτομα με τη διαταραχή να ξανασκεφτούν την ιδέα της ψυχολογικής θεραπείας όταν διαπιστώσουν ότι το υποστηρικτικό τους δίκτυο παύει να υφίσταται, όμως αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο.
Σε ποιες περιπτώσεις είναι επιβεβλημένη η νοσηλεία;
Στην περίπτωση στην οποία ο πάσχων έχει ενεργό αυτοκτονικό ιδεασμό τότε θα πρέπει να νοσηλεύεται, ακόμη και ακούσια, για λόγους διασφάλισης της ζωής του. Μία άλλη περίπτωση, η οποία θα δικαιολογούσε ακούσια νοσηλεία, είναι όταν τα συμπτώματα της διαταραχής θέτουν την υγεία του πάσχοντα σε σοβαρό κίνδυνο, όπως για παράδειγμα όταν κάποιος χρησιμοποιεί επικίνδυνες χημικές ουσίες στο σώμα του ή λιμοκτονεί. Ο μόνος λόγος επομένως για να νοσηλευθεί κάποιος με τη διαταραχή σε ένα τμήμα γενικής ψυχιατρικής νοσηλείας ακούσια είναι για την προστασία της ζωής του και της υγείας του. Η θεραπεία της ίδιας της διαταραχής, ωστόσο, εκτός από τη φαρμακοθεραπεία, απαιτεί εξειδικευμένα προγράμματα θεραπείας της συμπεριφοράς, τα οποία στη χώρα μας δεν παρέχονται σε τμήματα γενικής ψυχιατρικής νοσηλείας.